Το Βατικανό είναι ανεξάρτητο κρατίδιο, δυτικά της Ρώμης στην Ιταλία και αποτελεί συνέχεια του εκκλησιαστικού (ή και παπικού) κράτους του Μεσαίωνα. Ιδρύθηκε στις 11 Φεβρουαρίου του 1929 με τη συνθήκη του Λατερανού. Χαρακτηρίζεται ως το μικρότερο ανεξάρτητο κρατίδιο, ως προς την έκταση του (0,44 τετρ. χλμ.) και τον πληθυσμό του (σύμφωνα με εκτιμήσεις του 2009 αριθμεί 826 ανθρώπους. Στο Βατικανό εδρεύει η Αγία Έδρα που αποτελεί το πνευματικό και διοικητικό κέντρο της Καθολικής Εκκλησίας. Η εκλογή του Πάπα γίνεται από κονκλάβιο καρδιναλίων, οι οποίοι είναι ηλικίας κάτω των 80 ετών.
Α' Περίοδος: μέχρι το 590
Υποστηρίχθηκε ότι ο Αυτοκράτορας Μέγας Κωνσταντίνος ήταν εκείνος που πρώτος παραχώρησε την "κοσμική" αυτή εξουσία με εδαφική δωρεά. Τούτο απεδείχθη εφεύρημα όμως του Ισπανού ιερέα Ισίδωρου Μερκάτορ, το οποίο όμως από του ΙΒ΄ αι. αμφισβήτησαν οι Βενεδικτίνοι και περί τα μέσα του ΙΕ΄ αι. απέδειξε ως μέγα ψεύδος ο Λαυρέντιος Βάλλα. Ακόμα δε και οι εδαφικές δωρεές που φέρονται ότι έκαναν προς τον Πάπα ο Πιπίνος ο Βραχύς και ο Κάρολος ο Μέγας, χωρίς αυθεντικό σχετικό έγγραφο να πιστοποιούνται, φαίνεται να ήταν προφορικές παραχωρήσεις πιθανώς για βραχύ χρονικό διάστημα. Εκείνο όμως που ιστορικά είναι εξακριβωμένο είναι ότι οι Φράγκοι Βασιλείς πράγματι παραχώρησαν κάποιες κοσμικές εξουσίες στους Πάπες, όχι όμως και την απόλυτη κυριαρχία και ανεξαρτησία των υπ΄αυτών εδαφών των.
Η κοσμική εξουσία των Παπών οφείλεται κυρίως στην πρωτεύουσα θέση που κατέλαβαν με τον καιρό στη Δυτική Εκκλησία. Στην αρχή ο τίτλος του Πάπα δεν παρείχε κανένα πρωτείο. Ένεκα όμως του ότι η Ρώμη ήταν πρωτεύουσα της Αυτοκρατορίας, ο εδρεύων εις αυτήν επίσκοπος προσλάμβανε αυτοδίκαια πρωτεύουσα θέση μεταξύ των άλλων επισκόπων. Το πρωτείο αυτό ενισχυόταν και εκ της αμφίβολης παράδοσης ότι οι Πάπες ήταν διάδοχοι του Αποστόλου Πέτρου που ήθελε ο θρύλος να έχει μεταβεί στη Ρώμη και να έχει μαρτυρήσει εκεί.
Το 381 ο Αυτοκράτορας Γρατιανός παραχώρησε στον Πάπα της Ρώμης το δικαίωμα να δικάζει τις μεταξύ των επισκόπων διαφορές. Το 452 ο Πάπας Λέων Α΄ σταλείς από τον Αυτοκράτορα Βαλεντιανό Γ΄ προς τον Αττίλα κατάφερε με την ηθική πειθώ του να αποτρέψει επίθεση του Αττίλα του Ούνου εναντίων της Ρώμης! Μετά την παύση των Αυτοκρατόρων της Δύσεως οι Πάπες ανέλαβαν ως μεσάζοντες μεταξύ λαού και βαρβάρων βασιλέων.
Όταν ο Ιουστινιανός προσάρτησε εκ νέου την Ιταλία στην αυτοκρατορία του το 554 οι Πάπες ευρέθηκαν να έχουν μεγάλες εδαφικές εκτάσεις και πλούτη, που προήρχοντο από δωρεές πιστών, είχαν συγκεντρώσει δύναμη πολύ μεγαλύτερη των Βυζαντινών Εξάρχων. Μετά την Λομβαρδική κατάκτηση (568) η έδρα της Βυζ. Εξαρχίας μεταφέρθηκε από την Ρώμη στη Ραβέννα ο Πάπας απομείνας στη Ρώμη επεβλήθη στην συνείδηση των Ιταλών ως κύριος της Ρώμης επισκιάζοντας και αυτήν την εξουσία του Δούκα που κυβερνούσε εν ονόματι της Αυτοκρατορίας στην Ρώμη και την γύρω περιοχή που αργότερα επονομάστηκε «κληρονομία ή κλήρος του Αγ. Πέτρου» (Patrimomium Sancti Petri).
Β' Περίοδος: 590-860
Βρίσκοντας την ευκαιρία οι Λομβαρδοί αρχίζουν συνεχείς επιδρομές. Έτσι οι Πάπες ζητούν την βοήθεια των Φράγκων. Ο Πιπίνος ο Βραχύς, στεφθείς Βασιλεύς των Φράγκων υπό του Πάπα Στεφάνου Β΄ και ονομασθείς παρ΄αυτού «πατρίκιος της Ρώμης» διελθών δις τις Άλπεις 754 κ΄756 κατέπνιξε τις απόπειρες των Λομβαρδών κατακτήσας το εξαρχάτο της Ραβέννης παραχώρησε εις τον Πάπα κάποιες πόλεις επί των οποίων όμως διατήρησε την πολιτική Ηγεμονία (756). Αργότερα σε νέα απόπειρα των Λομβαρδών ο Πάπας Ανδριανός ο Α΄ αναγκάσθηκε να επικαλεσθεί τον Κάρολον τον Μέγα όστις και κατέλυσε το κράτος των Λομβαρδών, ένωσε εις τον τίτλο του Βασιλέως των Φράγκων και τον του Βασιλέως των Λομβαρδών και ανανέωσε την από του πατρός του γενομένη προς τον Πάπα εδαφική δωρεά (774).
Το 781 ο Κάρολος ο Μέγας αφού κατέκτησε την κεντρ. Ιταλία μέχρι τον ποταμό Γκαριλιάνο ίδρυσε το Βασίλειο της Ιταλίας συμπεριλαμβάνοντας την Ρώμη μετά των παπικών κτήσεων, παραχωρήσας αυτό στον υιό του, Πιπίνο. Τότε ο Πάπας Λέων ο Γ΄ σε ένδειξη υποταγής, απέστειλε στον Κάρολο «τας κλείδας του τάφου του Αποστόλου Πέτρου» (795). Αργότερα σε στάση εναντίον του ο Πάπας Λέων Γ΄ ξανακαλεί τον Κάρολο , ο οποίος και τον αποκατέστησε στην έδρα του. Ο Πάπας Λέων ευγνωμονών στις 25 Δεκεμβρίου 800 έχρισε τον Κάρολο τον Μέγα, Αυτοκράτορα του Ρωμαϊκού κράτους και ο οποίος στη συνέχεια αύξησε κατά πολύ την εξουσία του Πάπα όχι όμως και την διακυβέρνηση των υπό τον Πάπα χωρών. Αυτή η "κοσμική" εξουσία του Πάπα, μη σαφώς καθορισθείσα – επί τούτου για να αυξάνεται – δεν διατηρήθηκε στην επακολουθείσα αναρχία εκ της διάλυσης της καρολιγγείου αυτοκρατορίας.
Γ' Περίοδος: 860-1254
Ο Πάπας Γρηγόριος ο Μέγας
Το 962 με την ανασύσταση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας υπό του Όθωνος του Μεγάλου Βασιλέως της Γερμανίας, τον οποίο είχε καλέσει ο Πάπας Ιωάννης ΙΒ΄ κατά του Βερεγγαρίου Β΄ Βασιλέως της Ιταλίας, κατέστησε την Αγία Έδρα και σχεδόν ολόκληρη την Ιταλία γερμανική κτήση. Το 1059 ο Πάπας Νικόλαος Β΄ απεφάσισε η εκλογή των Παπών εις το εξής να γίνεται υπό μόνο των Καρδιναλίων, ο δε Πάπας Γρηγόριος Ζ΄ (1073) καθόρισε στο μέλλον η εκλογή των Παπών να μην επικυρώνεται από τον Αυτοκράτορα. Η απόφαση αυτή δημιούργησε σειρά αγώνων μεταξύ Αυτοκρατόρων και Παπών δημιουργώντας το περίφημο ζήτημα της «αμοιβαίας επικύρωσης» της εκλογής. Δηλ. ενώ οι Αυτοκράτο- ρες ζητούσαν το δικαίωμα να επικυρώνουν την εκλογή των Παπών, οι Πάπες διεκδικούσαν το δικαίωμα να επικυρώνουν και αυτοί, δια της υπ΄αυτών στέψης, την εκλογή των Αυτοκρατόρων. Κατά τους αγώνες αυτούς οι Πάπες απέκτησαν μεγάλη "κοσμική" εξουσία που έφθασε στο σημείο της ταπεινώσεως του Αυτοκράτορα Ερρίκου Δ΄ στη Κανόσσα το 1077.
Δ' Περίοδος: 1254-1789
Ε' Περίοδος: 1789-1849
Στ' Περίοδος: 1849-1870
Ζ' Περίοδος: 1870-1929
Ο τότε Πάπας Πίος Θ΄ διαμαρτυρόμενος για την κατάλυση αυτή και αρνούμενος να τεθεί υπό την προστασία των αξιωματικών του Βασιλείου, ενώ εξερχόταν από το Βατικανό, εγκλείστηκε αφ΄ εαυτού εκεί, όπου και απεβίωσε (1878). Την ίδια πολιτική ακολούθησαν και οι επόμενοι Πάπες.
Η' Περίοδος: 1929-Σήμερα
Το ανασυσταθέν αυτό νέο κράτος της πόλης του Βατικανού έκτασης 0,44 τ.χλμ. είχε 512 κατ. (1929 έτος ίδρυσης) εξ ων 389 Ιταλοί και 113 Ελβετοί.
Το Βατικανό σήμερα
Οι Πάπες στον κοσμικό ρόλο τους κυβέρνησαν ένα μέρος της ιταλικής χερσονήσου για περισσότερο από χίλια έτη μέχρι και το μέσο του 19ου αιώνα, όταν προσαρτήθηκαν πολλά από τα παπικά κράτη στο νέο ηνωμένο Βασίλειο της Ιταλίας. Το 1870, τα εδάφη του Πάπα μειώθηκαν περαιτέρω όταν προσαρτήθηκε η Ρώμη. Ακολούθησε "Νόμος των Εγγυήσεων", τον Μάιο του 1871, των ενοποιηθέντων κρατών της ιταλικής χερσονήσου που αναγνώριζε την κυριότητα της Καθολικής Εκκλησίας στην εδαφική περιοχή του Βατικανού . Ο νόμος όμως αυτός δεν ικανοποίησε την Εκκλησία και ο Πάπας έθεσε τον εαυτό του υπό διωγμό. Οι διαφωνίες μεταξύ μιας σειράς Παπών και της Ιταλικής κυβέρνησης επιλύθηκαν το 1929 με τις τρεις Λατερανές Συνθήκες, οι οποίες καθιέρωσαν την ανεξαρτησία της πόλης του Βατικανού και χορήγησαν στο ρωμαιοκαθολικισμό ειδική θέση στην Ιταλία(11 Φεβρουαρίου 1929). Το 1984, ένα κονκορδάτο μεταξύ της Αγιας Έδρας και της Ιταλίας τροποποίησε κάποιες από τις προηγούμενες διατάξεις των Συνθηκών, συμπεριλαμβανομένης της πρωτοκαθεδρίας του ρωμαιοκαθολικισμού ως ιταλικής κρατικής θρησκείας.
Πόλη Βατικανού - επίσημα αναφερόμενη ως κράτος της πόλης του Βατικανού - (Λατινικά: Status Civitatis Vaticanæ) είναι στη σύγχρονη εποχή η έδρα των Παπών. Αποτελεί το μικρότερο ανεξάρτητο κράτος στον κόσμο από άποψη εδάφους και πληθυσμού. Τα σύνορά του είναι συμπεριεκτικά με την Αγια Έδρα, την εκκλησιαστική αρχή της Ρωμαιοκαθολικής Εκκλησίας. Αρχηγός του κράτους είναι ο Πάπας και επικεφαλής της κυβέρνησης ο Γραμματέας του κράτους, υπάρχει επίσης και ο Κυβερνήτης της πόλης του Βατικανού. Η διακυβέρνηση της Αγίας Έδρας είναι διαφορετική, αποτελούμενη από τη Ρωμαϊκή κουρία και από τα μέλη του Κολλεγίου των καρδιναλίων. Οι επικεφαλής της κυβέρνησης είναι ταυτόχρονα μέλη της ρωμαϊκής κουρίας. Η πόλη πήρε το όνομά της από τον Mons Vaticanus, γνωστό επίσης ως Λόφο του Βατικανού. Η τελευταία εκλογή Πάπα έλαβε χώρα στις 19 Απριλίου του 2005.
thelo na xero ton orko tou papa stin orkomosia gia na gini papas prepi pna pi kati stin elliniki glosa opios xeri as me apantisi
ΑπάντησηΔιαγραφή