Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κοινωνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κοινωνία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

20 δημιουργικά πήλινα δοχεία απο την αρχαία Ελλάδα

20 πρωτότυπα πήλινα δοχεία από την αρχαία Ελλάδα σε σχήματα προσώπου ζώων, ανθρώπων, πτηνών, ακόμα και εμπνευσμένα από την μυθολογία, όπως τα επιλέξαμε εδώ στο Ελληνικό Αρχείο.

Τα περισσότερα προέρχονται από διάφορα μέρη του ανατολικού Αιγαίου όπως την Κύπρο, την Σάμο, την Ρόδο και την Χίο, όπως και από μέρη της κεντρικής και νότιας Ελλάδας.

5ος αιώνας π.Χ.

6ος αιώνας π.Χ.

1ος αιώνας π.Χ.

550-500 π.Χ.

350-300 π.Χ.

5ος αιώνας π.Χ.

6ος αιώνας π.Χ.

550–525 π.Χ.

5ος αιώνας π.Χ.

380-360 π.Χ.

460 π.Χ.

4ος αιώνας π.Χ.

4ος αιώνας π.Χ.

350-300 π.Χ.

3ος αιώνας π.Χ.

550-500 π.Χ.

7ος αιώνας π.Χ.

7ος αιώνας π.Χ.

6ος αιώνας π.Χ.

4ος αιώνας π.Χ.


Τα παραπάνω εκθέματα βρίσκονται στο Μητροπολιτικό Μουσείο Τεχνών (MET Museum) της Νέας Υόρκης.

Αρνί στη σούβλα και κοκορέτσι στην Αρχαία Ελλάδα


Γεύσεις γνωστές στους αρχαίους, το «γαρδούμιο» και η «πλεκτή», δηλαδή η γαρδούμπα και το κοκορέτσι, αναφέρονται ακόμα και στα ομηρικά έπη.

Ο τρόπος παρασκευής δεν διέφερε πολύ. Για να παρασκευάσουν κοκορέτσι μαρινάριζαν τα έντερα σε ξύδι, νερό και μέλι. Το ξύδι λειτουργούσε ως αντισηπτικό και αφυδάτωνε το έντερο από τα πολλά λίπη, ενώ το μέλι δημιουργούσε μια καραμελωμένη κρούστα.

Όταν δε, έψηναν στη σούβλα αρνί ή κατσίκι και καθώς δεν υπήρχαν τότε πινέλα αλλά ούτε και λαδολέμονο, βουτούσαν ένα κλαδί από πεύκο σε χυμούς από άγουρο σταφύλι και άγουρο δαμάσκηνο και άλειφαν το κρέας προσδίδοντάς του μια ιδιαίτερη γεύση από φρούτα και ρετσίνι. «Το κοκορέτσι είναι καταγεγραμμένο στα έργα του Ομήρου, ο οποίος μας αποκαλύπτει ότι το έφτιαχναν από την αρχαία Ελλάδα.

Οι λεπτομέρειες, μάλιστα, που αφορούν την παρασκευή του είναι ιδιαίτερα ενδιαφέρουσες», αναφέρει ο σεφ Νίκος Φωτιάδης. «Το μέλι στο κοκορέτσι δεν είναι τόσο εμφανές, ωστόσο η παρουσία του στο ψήσιμο προσδίδει μια εξαιρετική υφή στο τελικό αποτέλεσμα», υποστηρίζει.

Ο ίδιος φτιάχνει αρνί και κοκορέτσι του με τον τρόπο των αρχαίων, διαφοροποιώντας μικρά σημεία. Για παράδειγμα, στο ψήσιμο των αμνοεριφίων αντί για κλαδί από πεύκο χρησιμοποιεί πευκοβελόνες. Πάντως, επισημαίνει ότι οι σούβλες δεν αναπτύχθηκαν ιδιαίτερα στην αρχαία Ελλάδα, καθώς δεν καταναλώνονταν μεγάλες ποσότητες κρεάτων.

Στις περισσότερες περιοχές της χώρας επιβιώνουν παραδοσιακές συνταγές και τρόποι μαγειρέματος χιλιάδων χρόνων, περνώντας από γενιά σε γενιά. Κατά καιρούς συγκεντρώνονται σε βιβλία μαγειρικής και σχετικές εκδόσεις χάρη στο μεράκι και το φιλότιμο κάποιων ανθρώπων, τονίζει ο κ. Φωτιάδης και εύχεται να υπάρξει κάποια στιγμή μια συνολική συντονισμένη μελέτη με στόχο μια συνολική καταγραφή.

πηγή

Η Πρωτομαγιά στην Αρχαία Ελλάδα


Γνωστός στους διάφορους πολιτισμούς με διαφορετικά ονόματα, ο Μάιος ονομάστηκε έτσι από τη ρωμαϊκή θεότητα Maja (Μάγια) της οποίας το όνομα προήλθε με τη σειρά του από την ελληνική λέξη Μαία, τροφός και μητέρα. Η Μάγια ταυτίστηκε και με την Ατλαντίδα νύμφη Μαία, μητέρα του Ερμή στον οποίο και αφιερώθηκε ο μήνας. Σύμφωνα με τον τρόπο διαίρεσης του χρόνου των αρχαίων Ελλήνων, ο Μάιος αντιστοιχούσε σε μέρος του Μουνιχιώνα και του Θαργηλιώνα που σημαίνει το μήνα που ο ήλιος καίει, θερμαίνει τη γη. Ήδη από τους Ρωμαίους, η αρχή του μήνα σηματοδοτούνταν από τον εορτασμό της Αγαθής Θεάς ενώ σε όλη τη διάρκειά του τελούνταν γιορτές συνδεδεμένες με την ευφορία των αγρών.

Η φυσιογνωμία του Μαΐου στη λαϊκή αντίληψη είναι δίσημη: συνυπάρχει σ αυτήν το καλό και το κακό, η αναγέννηση και ο θάνατος. Όλες αυτές οι ιδιότητες συγκλίνουν και συγκεντρώνονται στην πρώτη του μέρα, την Πρωτομαγιά. Ο εθιμικός εορτασμός της ως της τελικής νίκης του καλοκαιριού κατά του χειμώνα και της κατίσχυσης της ζωής επί του θανάτου έχει μακρότατη παράδοση με ρίζες που ανάγονται σε προχριστιανικές αγροτικές λατρευτικές τελετές που αποσκοπούσαν στη γονιμότητα των αγρών και, κατ επέκταση, και των ζώων και των ανθρώπων.

Οι αρχαίοι Έλληνες, ως φλογεροί φυσιολάτρες, γιόρταζαν το άνοιγμα των λουλουδιών και το φτάσιμο της άνοιξης. Aπό τα αρχαιότερα χρόνια του πολιτισμού τους, που έφθασε στην Eλλάδα από τη Θράκη το ρόδο, μαζί με τις Oρφικές διδασκαλίες, το άνθος αυτό έγινε σύμβολο και υμνήθηκε ως η νύμφη των ανθέων. Ο Aνακρέων ύμνησε έτσι το άνθος αυτό του Mαγιού:

«Pόδον, άνθος των ερώτων
αναμίξωμεν τω Bάκχω
ρόδον, ω+ ωραίον άνθος
ενθέντες τοις κροτάφοις
ευθυμήσωμεν εν τούτοις».


Η γιορτή, όμως, της άνοιξης, η αρχαία Πρωτομαγιά, πήρε σιγά-σιγά κι επίσημη μορφή. Από τις παλαιότερες γιορτές, δημιουργήθηκαν τα Ανθεστήρια, η γιορτή των λουλουδιών. Αυτή ήταν η πρώτη επίσημη γιορτή ανθέων των Ελλήνων. Ιδρύθηκε πρώτα στην Αθήνα, όπου με μεγαλοπρέπεια βάδιζαν προς τα ιερά πομπές με κανηφόρες, που έφερναν άνθη. Έπειτα τα Ανθεστήρια διαδόθηκαν και σ άλλες πόλεις της Ελλάδος και πήραν πανελλήνια μορφή.

Στα Ανθεστήρια της Ελλάδας «ανασταινόταν» ο… σκοτωμένος Ευάνθης θεός, επίθετο του Διόνυσου, που από το χυμένο αίμα του φύτρωσε, σύμφωνα με το μύθο, η άμπελος. Δρώμενο της Πρωτομαγιάς στην Ελλάδα κατά τα νεότερα χρόνια ήταν η ανάσταση του Μαγιόπουλου. Ένας έφηβος εμιμείτο στα ξέφωτα του δάσους τον πεθαμένο, τάχατες, Διόνυσο. Κοπέλες τον στόλιζαν με άνθη και του τραγουδούσαν τον «κομμό, το θρήνο και τον οδυρμό, μέχρι που να «αναστηθεί» και μαζί με αυτόν όλη η φύση.

Όταν προσωποποιήθηκαν οι ιδιότητες της Φύσης και αποδόθηκαν σε συγκεκριμένους θεούς, τότε τις αρχικές εκείνες γιορτές της Άνοιξης μοιράστηκαν μεταξύ τους η Ίσιδα, ο Διόνυσος, η Δήμητρα, ο Απόλλωνας, η Χλωρίδα (Flora) και αν κάποιος άλλος θεός θεωρήθηκε επόπτης της φυσικής παραγωγής ή αίτιος της βλάστησης των φυτών.

Και λοιπόν αντί για την αρχική και ενστικτώδη εκείνη χαρά των ανθρώπων από τη θέα της ζωής που ξαναγεννιέται στη φύση, γιόρταζαν οι δικοί μας πρόγονοι , από υποχρέωση πια, γιορτές, σαν τα Ανθεσφόρια περίπου, τα Ηροσάνθεια, τα Χλόεια, τα Θαλήσια και τέλος τα περίφημα Διονύσια για των οποίων την εξύμνηση συναγωνίζονται οι μεγαλύτεροι λυρικοί ποιητές της Ελλάδας που για την ανοιξιάτικη λαμπρότητά τους ψάλλει ο ουράνιος Πίνδαρος ότι:

Φοίνικος έρνος οπότ΄οιχθέντος Ωράν θαλάμου.
Εύοδμον επαιωσιν έαρ, φυτά νεκτάρεα.
Τότε βάλλεται , τότ΄επ΄αμβρόταν χέρσον εραταί
ίων φόβαι ρόδα τε κόμαισι μίγνυται,
αχεί τ΄ομφαί μελέων συν αυλοίς,
αχεί τε Σεμέλαν ελικάμπυκα χοροί.

(Το βλαστάρι του φοίνικα, των Ωρών σαν ανοίξει ο θάλαμος
και τα μυρωδάτα φυτά μυριστούν την εύοσμη άνοιξη,
τότε πετιέται, τότε στη γη των αθανάτων σωρός
χαριτωμένοι μενεξέδες και τριαντάφυλλα
με τα μαλλιά ανακατεύεται
και ηχεί γλυκιά φωνή με λυρικούς αυλούς
και σέρνουνε χορούς για την ανθοστεφάνωτη Σεμέλη).


Αργότερα, με το πέρασμα των αιώνων, η αρχική έννοια της Πρωτομαγιάς χάθηκε και τα έθιμα επιβίωσαν απλώς ως λαϊκές γιορτές στις οποίες συμπεριλαμβάνονται περιφορά δέντρων, πράσινων κλαδιών ή στεφάνων με λουλούδια, ανακήρυξη του βασιλιά ή της βασίλισσας του Μάη, χορός γύρω από ένα δέντρο ή ένα στολισμένο κοντάρι-γαϊτανάκι. Πρόκειται για μια από τις ελάχιστες γιορτές χωρίς θρησκευτικό περιεχόμενο που έχουν διατηρηθεί ως τις μέρες μας με εκδηλώσεις που απαντώνται στον λαϊκό πολιτισμό πολλών ευρωπαϊκών λαών.

Το στεφάνι

Το πρωτομαγιάτικο στεφάνι είναι, σχεδόν, το μοναδικό έθιμο που εξακολουθεί να μας συνδέει με την παραδοσιακή Πρωτομαγιά, μια γιορτή της άνοιξης και της φύσης με πανάρχαιες ρίζες, πλούσια σε εκδηλώσεις σε παλαιότερες εποχές. Στις μέρες μας η Πρωτομαγιά με το μάζεμα των λουλουδιών για το πρωτομαγιάτικο στεφάνι, ενισχύει τις σχέσεις του ανθρώπου με τη φύση, από την οποία οι περισσότεροι έχουμε απομακρυνθεί, ζώντας στις πόλεις.

Σύμφωνα με τη διευθύντρια του Κέντρου Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών, Αικατερίνη Καμηλάκη, το στεφάνι κατασκευαζόταν με βέργα από ευλύγιστο και ανθεκτικό ξύλο κλήματος ή άλλο και στολιζόταν με λουλούδια και κλαδάκια καρποφόρων δέντρων, όπως η αμυγδαλιά, η συκιά και η ροδιά. Ακόμα, το διακοσμούσαν με στάχυα από σιτάρι και κριθάρι, με κρεμμύδι αλλά και σκόρδο για το μάτι. Η χρησιμοποίηση πρασινάδας και όχι τόσο λουλουδιών με σκοπό τη μετάδοση της γονιμότητάς τους ήταν το κύριο χαρακτηριστικό των μαγιάτικων συνηθειών. Στον αγροτικό χώρο, μάλιστα, δε θεωρείτο απαραίτητο το πλέξιμο στεφανιών. Αρκούσε η τοποθέτηση πάνω από την πόρτα του σπιτιού μιας δέσμης από χλωρά κλαδιά ελιάς, συκιάς, νερατζιάς, πορτοκαλιάς και άλλα μαζί με λουλούδια. Απαραίτητη ήταν, επίσης, η ύπαρξη μεταξύ τους φυτών αποτρεπτικών… του κακού, όπως είναι η τσουκνίδα, το σκόρδο και άλλα.

Σύμφωνα με κείμενο του καθηγητή Κλασικής Αρχαιολογίας στο Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο, Μιχάλη Τιβέριου, το μαγιάτικο κλαδί ή το άνθινο στεφάνι, έχει κατά πάσα πιθανότητα τις ρίζες του στην αρχαιότητα: «Είναι γνωστό ότι στην αρχαία Ελλάδα τέτοια κλαδιά ή στεφάνια τα χρησιμοποιούσαν πολύ συχνά. Δεν είναι υπερβολικό να πούμε ότι δεν έλειπαν από καμία σημαντική εκδήλωση του δημόσιου, ιδιωτικού και θρησκευτικού βίου. Επιπλέον, είναι αξιοπρόσεκτο ότι μια σημαντική γιορτή ενός μήνα των αρχαίων, του Θαργηλίωνος, που αντιστοιχούσε, περίπου, με το δικό μας Μάιο, περιλάμβανε στα δρώμενά της την κατασκευή ενός κλαδιού ανάλογου με το μαγιάτικο. Το κλαδί αυτό δεν το έφτιαχναν με άνθη, αλλά με κλαδιά οπωροφόρων δέντρων, στα οποία αναρτούσαν κρεμμύδι και σκόρδο».

Στις μέρες μας που έχουμε καθιερώσει στεφάνια από λουλούδια του αγρού ή των κήπων, τα οποία τοποθετούμε για μερικές μέρες στην κύρια είσοδο των σπιτιών μας. Δύσκολα μπορεί, πια, να ανιχνευτεί συμβολισμός στο σύγχρονο πρωτομαγιάτικο στεφάνι, κατά το Μιχάλη Τιβέριο, αφού για τους περισσότερους δεν αποτελεί, ίσως, τίποτα περισσότερο από μια όμορφη και μυρωδάτη σύνθεση λουλουδιών, χωρίς να παραπέμπει σε συσχετισμούς σύμφωνα με τους οποίους «χαρίζει» στους ενοίκους ενός σπιτιού υγεία, καλή τύχη, ειρήνη, ευτυχία και ευφορία. Σίγουρα, όμως, η κατασκευή του χαρίζει ευφορία σε μεγάλους και μικρούς, που ξεφεύγοντας από τις πόλεις αναζητούν τη χαρά της άνοιξης στην ολάνθιστη φύση.

πηγή

Τα αινίγματα της αρχαίας Θήβας


Ομιλία του αρχαιολόγου Βασίλη Αραβαντινού στην Αμερικανική Σχολή

Πού πραγματικά βρισκόταν το μυκηναϊκό ανάκτορο των Θηβών; Το ερώτημα είναι άμεσο, ο αρχαιολόγος όμως και ειδικός στη Γραμμική Β΄ γραφή δρ Βασίλης Αραβαντινός δεν πρόκειται να απαντήσει ευθέως στην ομιλία του, που θα δοθεί την Τρίτη (29 Ιανουαρίου, 2013) στην Αμερικανική Σχολή Κλασικών Σπουδών (Αναπήρων Πολέμου 9) στις 7 το βράδυ με θέμα «Τα μεγάλα αινίγματα της μυκηναϊκής ανακτορικής Θήβας».

Ο λόγος είναι απλός: Μόλις πριν από λίγους μήνες, το καλοκαίρι που πέρασε άρχισε ο ίδιος την ανασκαφή του κεντρικού ανακτορικού κτηρίου της μυκηναϊκής Θήβας _σε απαλλοτριωμένο οικόπεδο μέσα στη σύγχρονη πόλη_ η οποία, όπως πιστεύει δεν είναι μόνον αναγκαία αλλά είναι και ο μοναδικός τρόπος «προς την οριστική λύση ενός αινίγματος, που ήδη συμπλήρωσε έναν αιώνα». Και εξηγούμαστε:

Για πολλές δεκαετίες η κυρίαρχη άποψη είναι, ότι το ανάκτορο, η λεγόμενη «Καδμεία» (από το όνομα του μυθικού ιδρυτή των Θηβών, του Κάδμου) βρίσκεται εκεί ακριβώς όπου έχει αποκαλυφθεί το γνωστό κτιριακό συγκρότημα. Νεώτερα ευρήματα όμως, που γέννησαν και νέες θεωρίες ανατρέπουν την εικόνα, έτσι ώστε να έχει προκύψει πλέον «Ενα από τα σοβαρότερα προβλήματα της μυκηναϊκής αρχαιολογίας, που είναι το ζήτημα της ανασκαφής, της οριοθέτησης και χρονολόγησης του θηβαϊκού ανακτόρου», όπως λέει ο κ. Αραβαντινός με αρχαιολογική θητεία 30 ετών στην έρευνα και μελέτη της Θήβας.

Ο βασικότερος λόγος της σύγχυσης είναι, ότι η μυθολογική παράδοση του Κάδμου συνδέθηκε ασμένως με τα πρώτα ανασκαφικά ευρήματα του ανακτορικού συγκροτήματος (το 1921) κι αυτό δεν άλλαξε, παρά τα στοιχεία που άρχισαν να έρχονται στο φως από το 1963 -64 και μετά. Το καταπληκτικό μάλιστα είναι, ότι οι ανακαλύψεις, που συνεχίστηκαν από τότε και ως σήμερα, έγιναν σε απομακρυσμένα σημεία της Καδμείας, εκτός του περιγράμματος του θεωρούμενου ανακτόρου!

Με βάση τα στοιχεία που προκύπτουν από το Αρχείο ενός άλλου μυκηναϊκού ανακτόρου, αυτό της Πύλου, το προσωπικό διαφόρων βαθμίδων και ειδικοτήτων, που θα πρέπει να απασχολούνταν εκεί ξεπερνούσε τις 8000.Οπως επισημαίνει λοιπόν ο κ. Αραβαντινός η εξειδικευμένη εργασία , η διαμονή και ο επισιτισμός του αντίστοιχου σε αριθμούς προσωπικού των Θηβών θα απαιτούσε μια τεράστια υποδομή, που θα ξεπερνούσε κατά πολύ τις δυνατότητες ενός ή ολίγων κτηρίων, που έχουν αποκαλυφθεί.

«Το κεντρικό κτήριο του ανακτορικού συγκροτήματος,, που είχε αρχίσει να αποκαλύπτεται από το 1963-64 απέδωσε στην βορειοανατολική γωνία του το Θησαυροφυλάκιο και τρεις χώρους από όπου προέκυψαν μικρά σύνολα πινακίδων και σφραγισμάτων (το Δωμάτιο των Πίθων αλλά και εργαστήριο επεξεργασίας μαλλιού). Επίσης για πρώτη φορά υπολογίσθηκε το πλάτος του κεντρικού κτηρίου ως διπλάσιο του αντίστοιχου του ανακτόρου της Πύλου. Η αιφνίδια καταστροφή του επισυνέβη σε περίοδο ακμής και δεν επέτρεψε την απομάκρυνση των πολυτίμων αντικειμένων του. Το ύψος των επιχώσεων, που το καλύπτουν, ως το επίπεδο των παρακείμενων οδών, είναι 5-6 μ.», λέει ο αρχαιολόγος.

Δεύτερο αίνιγμα, το οποίο απαντήθηκε πάντως πριν από μερικά χρόνια, αφορούσε στην μυκηναϊκή οχύρωση της ανακτορικής Θήβας, καθώς χρειάστηκε να περάσουν δεκαετίες ώσπου να εντοπισθούν τμήματα θεμελίων σε αρκετά σημεία της περιμέτρου της ακρόπολης. Οπως λέει όμως ο κ. Αραβαντινός «Η διαπίστωση, ότι η ανωδομή των κυκλωπείων τειχών συμπληρωνόταν με ωμοπλίνθους, φθάνοντας σε μεγάλα ύψη, όπως ίσχυε στο σύνολο των ακροπόλεων του αιγαιακού χώρου και της χεττιτικής Μικράς Ασίας έλυσε οριστικά το ζήτημα».

Τελευταίο, αν και μεγάλο αίνιγμα είναι η απουσία θολωτών τάφων, που χαρακτηρίζουν την Μυκηναϊκή εποχή. Στην ομιλία του ο κ. Αραβαντινός θα αναφερθεί στον μοναδικό λαξευτό τάφο των Καστελλίων, που λειτούργησε στο μεγαλύτερο μέρος της ανακτορικής περιόδου και μάλιστα στη δεύτερη και τελευταία φάση του επεκτάθηκε, διαμορφώθηκε και τοιχογραφήθηκε σχεδόν στο σύνολό του. «Είναι ο μεγαλύτερος, γνωστός, θαλαμωτός τάφος και ο μόνος τοιχογραφημένος με έμψυχες παραστάσεις», λέει ο ίδιος, παρ΄ ότι επισημαίνει ότι «Η αξιολόγηση του μνημείου ως δυναστικού, και η αποσύνδεσή του από τις όποιες μυθολογικές αναφορές και αγκυλώσεις, θα επιτευχθεί με την οριστική του δημοσίευση, στο Πρόγραμμα δημοσίευσης των μυκηναϊκών νεκροπόλεων».


Πηγή: Το Βήμα

Η πρωτοχρονιά στον αρχαίο κόσμο

Πότε καθιερώθηκε η 1η Ιανουαρίου ως αρχή του έτους;

Φαίνεται πως στην αρχαία Ελλάδα δεν γιορταζόταν η Πρωτοχρονιά καθώς για τότε μεγαλύτερη σημασία είχε η αρχή κάθε μήνα που ονομαζόταν νουμηνία. Στην Αθήνα, ωστόσο, μια επιγραφική μαρτυρία μας πληροφορεί για μια θρησκευτική τελετή που γινόταν στην αρχή του νέου έτους ή σωστότερα την τελευταία ημέρα του απερχομένου. Επρόκειτο για μια θυσία των απερχόμενων αξιωματούχων στον Δία Σωτήρα και την Αθηνά Σωτείρα και απέβλεπε στην εξασφάλιση της εύνοιας των θεών αυτών για τη νέα χρονιά.

Μόλις στα ρωμαϊκά χρόνια και κάτω από την επίδραση της ίδιας της Ρώμης άρχισε ο εορτασμός της Πρωτοχρονιάς, ο οποίος επεκτάθηκε σε όλη την επικράτεια της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας, επομένως και στον ελληνικό χώρο. Ήταν ο Ιούλιος Καίσαρας που το 46 π.Χ. καθιέρωσε την 1η Ιανουαρίου ως αρχή του έτους, κάτι που έκτοτε γνώρισε ευρεία διάδοση στη Δύση με λιγοστές και περιορισμένες τοπικά και χρονικά εξαιρέσεις, όπως π.χ. στην εποχή του Καρόλου του Μεγάλου (ο τελευταίος επειδή συνέβη να ανεβεί στον θρόνο τα Χριστούγεννα του 800 μ.Χ. όρισε για την επικράτειά του ως αρχή του χρόνου τις 25 Δεκεμβρίου). Στον Ιούλιο Καίσαρα και στις γνώσεις του περίφημου αστρονόμου από την Αλεξάνδρεια Σωσιγένη, τη συνδρομή του οποίου είχε ζητήσει, οφείλουμε και την προσαρμογή του έτους στη διάρκεια της περιστροφής της Γης γύρω από τον Ήλιο.

Η σειρά των μηνών που ισχύουν σήμερα, η διάρκεια και οι ονομασίες τους οφείλονται εν πολλοίς στη διορατικότητα του ρωμαίου στρατηλάτη και πολιτικού. Στην αρχαία Ελλάδα το έτος το αποτελούσαν δώδεκα σεληνιακοί μήνες, οι οποίοι είχαν συνήθως 29 και 30 ημέρες εναλλάξ (πρόκειται για τους «κοίλους» και «πλήρεις» μήνες, αντίστοιχα, των Αρχαίων). Τα όρια κάθε μήνα τα σηματοδοτούσε η εμφάνιση δύο νέων φεγγαριών, επομένως η διάρκειά του ήταν περίπου 29 ½ ημέρες. Ωστόσο η καθιέρωση ενός έτους 354 ημερών δημιουργούσε πρόβλημα και, αν δεν λαμβάνονταν μέτρα, συνεχώς θα διογκωνόταν, αφού ένα ηλιακό έτος έχει 365 ημέρες. Για να εκμηδενίσουν τη διαφορά αυτή πρόσθεταν κατά διαστήματα, συνήθως ανά διετία, έναν εμβόλιμο μήνα διάρκειας περίπου 22-23 ημερών.

Πιθανότατα οι Έλληνες χρησιμοποίησαν ημερολογιακό έτος 12 μηνών περίπου τον 8ο αι. π.Χ., αφού μνεία της ύπαρξής του εντοπίζεται στον Ησίοδο, αν και ορισμένοι αμφισβητούν την αξία της μαρτυρίας αυτής. Η σχέση ανάμεσα στο ημερολογιακό έτος και στις γιορτές ήταν για τους Έλληνες στενή, όπως αποδεικνύεται από το ότι τα ονόματα των περισσοτέρων μηνών τους προέρχονταν από ονομασίες γιορτών που τελούνταν κατά τους μήνες αυτούς.

Οι γιορτές αυτές σπάνια σχετίζονται με επεισόδια από τη ζωή των ίδιων των θεών (παράδειγμα ο μήνας Γαμηλιώνας (Ιανουάριος), κατά τον οποίο γιορταζόταν ο ιερός γάμος του Δία και της Ήρας, οι ανθρώπινοι γάμοι θεωρούνταν επανάληψη του γάμου αυτού) και συνήθως έχουν να κάνουν με τις αγροτικές ασχολίες που ελάμβαναν χώρα κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα και με τις οποίες ο άνθρωπος εξασφάλιζε τη σοδειά του συνεπώς και την ύπαρξη και διαιώνισή του.

Το ότι σε αρκετά μέρη του αρχαίου ελληνικού κόσμου τα ονόματα των μηνών δεν σχετίζονται με τις γιορτές των σημαντικότερων θεών τους αλλά συνήθως με αυτές του Απόλλωνα σημαίνει ότι στην καθιέρωσή τους πρέπει να έχει συμβάλει αποφασιστικά ένα ιερό του θεού αυτού με πανελλήνια αποδοχή, όπως αποδεδειγμένα ήταν αυτό στους Δελφούς.


πηγή: newsbeast.gr

Τηλεπικοινωνίες στην Αρχαία Ελλάδα


Οι αρχαίοι Έλληνες μπορούσαν να ανταλλάσσουν χωρίς ιδιαίτερα προβλήματα και σε γρήγορο χρόνο πληροφορίες, τόσο κατά την περίοδο των πολέμων όσο και σε περίοδο ειρήνης. Με το εφευρετικό τους μυαλό είχαν κατορθώσει να σχεδιάσουν ένα σύστημα από μηχανισμούς που τους επέτρεπαν να φτάσει στο τελικό δέκτη οποιοδήποτε μήνυμα ήθελαν, δυανύοντας ακόμα και 700χλμ σε περίπου μία ώρα. Ας δούμε με ποιο τρόπο γινόταν αυτό.

Ημεροδρόμοι
Το πρώτο σχέδιο των ελλήνων για τη μεταφορά πληροφοριών αποτελεί η χρήση των ημεροδρόμων. Ήταν άνθρωποι γνωστοί για τις ικανότητές τους στο τρέξιμο στουςοποίους εμπιστεύονταν τη μεταφορά μηνυμάτων σε σύντομο χρονικό διάστημα. Ο πιο γνωστός ημεροδρόμος που έμεινε και στην ιστορία ήταν ο Φειδιππίδης, ο οποίος πήγε από την Αθήνα στο Μαραθώνα και μετά πάλι πίσω στην Αθήνα το μήνυμα της νίκης χωρίς καμία στάση και πέθανε από εξάντληση.

Οι ημεροδρόμοι είχαν αποκτήσει το σεβασμό και κοινωνική καταξίωση σε σημείο να τους έχουν αφιερωθεί και ναοί (Τάλβυθος ημεροδρόμος του Αγαμέμνωνα στον οποίο οι Σπαρτιάτες αφιέρωσαν ναό). Ενδέχεται κάποιοι από τους ημεροδρόμους να ήταν έφιπποι ειδικά όταν ήταν να διανύσουν μεγάλες αποστάσεις. Αυτή ήταν η αρχική μορφή του συστήματος των ημεροδρόμων που στη πορεία αναβαθμίστηκε και βελτιώθηκε με τη δημιουργία σταθμών στους οποίους οι αγγελιαφόροι πλέον άλλαζαν τα άλογά τους και ξεκουράζονταν ή άλλαζε και ο αγγελιαφόρος.

Τηλεβόας
Ο Μ. Αλέξανδρος ήταν ο πρώτος που συνέλαβε τη ιδέα τηα αναπαραγωγής ήχων μέσω του ακουστικού τηλέγραφου ο οποίος μπορούσε να μεταφέρει τους ήχους μέσω του αέρα σε μακρυνές αποστάσεις. Αποτελούνταν από ένα τρίποδο ύψους τεσσάρων μέτρων ενωμένο στη κορυφή, απο την οποία ξεκινούσε ένα σκοινί που συγκρατούσε ένα στρογγυλό ηχητικό κέρας μεγάλου μεγέθους.

Οι φρυκτωρίες
Η φωτιά και κατ' επέκταση το φως ήταν βασική προϋπόθεση για να μεταφερθεί το μήνυμα σύντομα και σε μεγάλη απόσταση. Η χρήση φωτεινών σημάτων κυρίως χρησιμοποιήθηκε στο πόλεμο για να μεταφέρουν τις διαταγές των ανωτέρων. Τα οπτικά σήματα μπορούσαν να αναπαράγουν πληροφορίες μεγάλης ποικιλίας. Για παράδειγμα η Μήδεια, υψώνοντας ένα αναμμένο πυρσό ειδοποίησε τους Αργοναύτες να σπεύσουν στη Κολχίδα.

Για τη μετάδοση των οπτικών σημάτων με έντονους καπνούς ή στήλες καπνού ήταν απαραίτητη η κατασκευή ειδικών κτισμάτων σε υπερηψωμένα σημεία, τα οποία ονομάζονταν φρυκτωρίες. Για τα φωτεινά σήματα που ανταλλάσσονταν μέσω των φρυκτών (πυρσών) είχαν συμφωνήσει εκ των προτέρων και οι δύο πλευρές για τη μετάφραση των μηνυμάτων. Όπως εκτιμούν οι μελετητές ο πρώτος που χρησιμοποίησηε τηλεπικοινωνιακούς πύργους για τη μετάδοση μηνυμάτων ήταν ο Ηρακλής, ο οποίος σε δύο κωμοπόλεις της Δυτικής Μεσογείου, την Αβύλη και την Κάπλη, έστησε τις γνωστές Ηράκλειες Στήλες, που έπαιζαν το ρόλο φάρου στα διέρχομενα πλοία. Από τα γνωστότερα παραδείγματα μετάδοσης μηνυμάτων με σήματα φωτιάς ήταν η είδηση της πτώσης της Τρόιας στον εκπληκτικό χρόνο ρεκόρ για την εποχή της μιας ημέρας.

Το μήνυμα ταξίδεψε από την Τροία στο Ερμαίο της Λήμνου, απο κεί στον Άθω, στις κορυφές του Μακίστου στην Εύβοια και στη κορυφή του Κιθαιρώνα. Απο κεί το μήνυμα μεταφέρθηκε στη λίμνη Γοργώτη, στο Αγίπλαγκτο (Μέγαρα) και στη συνέχεια η φωτεινή λωρίδα υπερπήδησε το Σαρωνικό κόλπο κι έφτασε στο Αραχναίον κοντά στις Μυκήνες κι απο κει ημεροδρόμοι το μετέφεραν στο ανάκτορο των Ατρειδών.

Τηλέγραφος του Αινεία
Ο Αινείας ο Τακτικός συνδύασε τους πυρσούς και τη μηχανική έτσι ώστε η επικοινωνία μεταξύ του αποστολέα και του δέκτη να περιέχει σαφείς πληροφορίες, όπως,για παράδειγμα, "πεζικό με βαρύ οπλισμό" κ.α. Βασική προϋπόθεση για τη σωστή μετάδοση του μηνύματος ήταν οι υδραυλικοί τηλέγραφοι να είναι όμοιοι. Θα έπρεπε επίσης τα κεραμικά αγγεία να έχουν το ίδιο μέγεθος σε πλάτος και βάθος. Τις ίδιες διαστάσεις είχαν και οι φελλοί, στους οποίους στηρίζονταν μεταλλικές ράβδοι, οι οποίοι ήταν χωρισμένοι σε ίσα μέρη, τριών δαχτύλων το καθένα. Εκεί υπήρχε ευκρινής διαχωρισμός και σε κάθε ράβδο αναγράφονταν τα κυριότερα και τα γενικότερα που συνέβαιναν στους πολέμους.

Επίσης μια ακόμα βασική προϋπόθεση για να διαβαστεί σωστά το μήνυμα ήταν οι τρύπες των αγγείων να έχουν την ίδια διάμετρο έτσι ώστε να φεύγει η ίδια ποσότητα νερού. Οι υδραυλικοί τηλέγραφοι βρίσκονταν πάντα σε υψόμετρα, έτσι ώστε να επιτυγχάνεται η καλύτερη οπτική επαφή. Η απόσταση που είχαν μεταξύ τους δύο ή περισσότεροι τηλέγραφοι δεν ήταν σταθερή, παρ' όλα αυτά μπορούμε να πούμε ότι συνήθως ξεπερνούσε τα δεκάδες χιλιόμετρα.

Όταν όλα ήταν έτοιμα, οι χειριστές του τηλέγραφου άναβαν πυρσούς. Όταν η μία πλευρά ήθελε να δώσει κάποιο μήνυμα κατέβαζε τον πυρσό και συγχρόνως οι δύο άνοιγαν τη διαρροή του νερού. Όταν η ράβδος όπου αναγράφονταν οι πληροφορίες που ήθελαν να μεταβιβαστούν έφτανε στο στόμιο του αγγείου έκλειναν τη ροή και ξανασήκωναν τον πυρσό. Τότε και οι απέναντι έκλειναν τη διαρροή του νερού και διάβαζαν το σημείο στο οποίο είχε σταματήσει η δική τους ράβδος.

Αλφαβητικός Κώδικας
Όταν οι χρήστες του υδραυλικού τηλέγραφου με την πάροδο του χρόνου διαπίστωσαν δυσκολίες στην ακριβή περιγραφή των πληροφοριών όπως αναφορά σε αριθμητικές δυνάμεις του εχθρού, ήρθε ή ώρα που οι Κλεόξενος και Δημόκλειτος παρουσλιασαν την "Πυρσεία" ή αλλιώς "οπτικό τηλέγραφο".

Η λειτουργία του είχε ως εξής: αρχικά διαίρεσαν το αλφάβητο σε πέντε μέρη ανά πέντε γράμματα τα οποία αναγράφονταν σε πινακίδες τις οποίες θα έπρεπε να έχουν μαζί τους όσοι θα συνομιλούσαν. Πριν εγκαταστήσουν και τα υπόλοιπα εξαρτήματα του τηλέγραφου υπήρχε η συνεννόηση ότι οι πρώτοι -δύο στον αριθμό- πυρσοί που θα σηκώνονταν θα ήταν από εκείνον που ήθελε να αναγγείλει κάτι. Η μεταφορά των πληροφοριών θα ξεκινούσε αν κι από την απέναντι πλευρά σηκώνονταν δύο πυρσοί.

Όταν κατέβαιναν όλοι οι πυρσοί, τότε εκείνος που ήθελε να αναφέρει κάτι σήκωνε τους πρώτους πυρσούς από τα αριστερά, δηλώνοντας με αυτό το τρόπο στο δέκτη ποια πινακίδα έπρεπε να εξετάσει. Αν για παράδειγμα σήκωνε τον πρώτο πυρσό , εννοούσε τη πρώτη πινακίδα κ.ο.κ. Η δεύτερη ομάδα πυρσών χρησιμοποιούνταν για να υποδείξουν τα γράμματα που θα σχημάτιζαν τη λέξη του μηνύματος. Για την καλύτερη καταγραφή των εναλλασσόμενων πυρσών οι χρήστες χρησιμοποιούσαν κατάλληλες διόπτρες. Για την αποφυγή λαθών, εκείνος που θα σήκωνε ή θα κατέβαζε τους πυρσούς, ήταν πίσω από ένα πρόχειρα κατασκευασμένο τοίχο με σύνηθες ύψος τα δέκα μέτρα. Επειδή η συμπλήρωση ενός πλήρους μηνύματος απαιτούσε χρόνο, οι χρήστες αναγκάστηκαν να βρουν τις λέξεις με τα λιγότερα γράμματα, χωρίς όμως να χάνει το πληροφοριακό της περιεχόμενο η πρόταση.

Για να επιτευχθεί σωστά και γρήγορα η μετάδοση του μηνύματος, οι χρήστες της Πυρσείας, οι οποίοι ήταν πολίτες με άριστη γνώση ανάγνωσης, γραμματικής και ορθογραφίας, εκπαιδεύονταν καθημερινά ώστε να συνηθίσουν στον τρόπο γραφής και μετάδοσης των μηνυμάτων. Με την παροδο του χρόνου κάποιοι βελτίωσαν τον οπτικό τηλέγραφο κάνωντας στην αρχική μορφή κάποιες παρεμβάσεις, αλλάζοντας τα γράμματα των πλακών έτσι ώστε να αποφευχθεί η υποκλοπή του μηνύματος.


Χρήστος Λάζος, "Τηλεπικοινωνίες των αρχαίων Ελλήνων", Εκδόσεις Αίολος

Αντίγραφο του θεάτρου της Επιδαύρου απο ομογενείς στις ΗΠΑ


Αντίγραφο του θεάτρου της Επιδαύρου κατασκεύασε στο Κονέκτικατ η ομογενειακή Οργάνωση «Παιδεία»

15 Οκτωβρίου, 2012

Ένα αντίγραφο του θεάτρου της Επιδαύρου θα κοσμεί εφεξής το Πανεπιστήμιο του Κονέκτικατ (www.uconn.edu) στην πόλη Storrs των Ηνωμένων Πολιτειών, χάρη στην άοκνες προσπάθειες δεκαετιών της ομογενειακής Οργάνωσης «Παιδεία». Την ιδέα συνέλαβε και υλοποίησε ο πρόεδρος της οργάνωσης, Ηλίας Τομάζος, με επίλεκτους συνεργάτες του.

Τα εγκαίνια του υπαίθριου θεάτρου, που κατασκευάστηκε σε συνεργασία με το Κέντρο Ελληνικών Σπουδών «Παιδεία» στο Πανεπιστήμιο του Κονέκτικατ, έγιναν το Σάββατο, 29 Σεπτεμβρίου.

«Το θέατρο είναι αυθεντικό, δηλαδή έχει τα κύρια χαρακτηριστικά ενός αρχαίου ελληνικού θεάτρου, με την ορχήστρα και με διώροφη σκηνή, όπως είχε διαμορφωθεί την Ελληνιστική περίοδο με κιονοστοιχία στον πρώτο όροφο, με δεύτερη κιονοστοιχία στο δεύτερο όροφο», επισημαίνει σε συνέντευξή του στον «Εθνικό Κήρυκα» της Νέας Υόρκης, ο Ηλίας Τομάζος. Και συνεχίζει: «Είναι όπως ακριβώς αναφέρεται στα γραφόμενα του Ρωμαίου μηχανικού Βιτρούβιου από τον πρώτο αιώνα π.Χ., ο οποίος έγραψε εκτενέστατα για το Ελληνικό και το Ρωμαϊκό θέατρο».

Η ιδέα της κατασκευής του θεάτρου ξεκίνησε τον Φεβρουάριο 1986, όταν οι ομογενείς υποβάλλανε αίτημα στην πολεοδομία για κατασκευή μιας μικρής εκκλησίας, του εκπαιδευτικού κτιρίου της «Παιδείας» και του θεάτρου.

«Κάναμε πρώτα το Κέντρο Ελληνικών Σπουδών και το εκκλησάκι των Τριών Ιεραρχών. Ανακινήσαμε το θέμα στο τέλος του 1990. Έπρεπε να πάρουμε άδειες, να κάνουμε κάποιες συμφωνίες με τους γείτονες, διότι φοβόταν ότι θα δημιουργείτο μεγάλη κυκλοφορία. Έτσι πέρασαν χρόνια για να πάρουμε την άδεια οικοδομής του θεάτρου», θυμάται ο κ. Τομάζος.

Η κατασκευή ξεκίνησε το 2006 με εθελοντική εργασία, όπως έπραξαν οι ομογενείς μας και σε άλλα έργα. Με ενθουσιασμό Ελληνο-αμερικανοί φοιτητές προσφέρθηκαν να καθαρίσουν το έδαφος, γεγονός το οποίο συζητήθηκε στο Πανεπιστήμιο στην πόλη.

«Έτσι έγινε όλο το θέατρο, σιγά-σιγά, με προσωπική εργασία. Θα μείνετε έκπληκτοι αν δείτε πόσοι άνθρωποι, από όλο το Κονέκτικατ- μαρμαράδες ελαιοχρωματιστές, ξυλουργοί- εργάζονται εθελοντικά», λέει ο κ. Τομάζος.

Και ενώ οι προσφορές που πήρανε το 1999 για την κατασκευή του θεάτρου από διαφόρους εργολάβους κυμάνθηκαν από 9 μέχρι και 15 εκατομμύρια δολάρια, τελικά κόστισε κάτω από ένα εκατομμύριο. Ο κ. Τουμάζος επισημαίνει ότι το κόστος κατασκευής μειώθηκε δραστικά λόγω της εθελοντικής εργασίας και της δωρεάς υλικών από ανθρώπους, ελληνικής και μη καταγωγής, που πιστεύουν στην Ελληνική Παιδεία και τα Ελληνικά Γράμματα. Χαρακτηριστικά αναφέρει ότι πρόσφατα ένας Πορτογάλος μαρμαράς από τη Νέα Ιερσέη (Νew Jersey) , προσέφερε δωρεάν μάρμαρα αξίας άνω των σαράντα χιλιάδων δολαρίων.

«Γι’ αυτό πάντοτε εμείς λέμε έχει ο Θεός», λέει με συγκίνηση ο κ. Τομάζος.

Την όλη προσπάθεια συνέδραμαν απλόχερα η ομογενειακή οργάνωση Πανγκριγκόριαν του Κονέκτικατ, που από τις αρχές του 1990 μέχρι σήμερα έχουν προσφέρει συνολικά στην «Παιδεία» 450 χιλιάδες δολάρια και άλλοι ομογενειακοί φορείς.

«Το θέατρο θα παίξει έναν πολύ σπουδαίο ρόλο, κι αυτό το είδαμε προτού ακόμα τελειώσει», τονίζει ο κ. Τομάζος. «Ενώ είχαμε ένα Γυμνάσιο στο Κονέκτικατ όπου διδασκόταν η ελληνική γλώσσα, τώρα έχουμε 15, χωρίς να βάλουμε χρήματα. Σ’ αυτό συντέλεσε το άκουσμα του θεάτρου, αλλά και οι δάσκαλοι και οι μαθητές που παίρνουμε στα προγράμματα της «Παιδείας στην Ελλάδα».


Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ

Φοινικικό Αλφάβητο - Μία ιστορική απάτη


Επιγραφή που θεωρείται η πρώτη που βρέθηκε με Φοινικική γραφή. Σαρκοφάγος του Αχιράμ. 12ος αιωνας π.Χ.

Α. ΑΠΟΤΕΛΕΙ Η ΦΟΙΝΙΚΙΚΗ ΓΡΑΦΗ "ΑΛΦΑΒΗΤΟ";

Κατά τη Γλωσσολογία ως "αλφάβητο" ορίζεται το «σύνολο συμβόλων με ορισμένη σειρά και τάξη, που χρησιμεύουν για να αποδίδονται οι στοιχειώδεις φθόγγοι μιας γλώσσας, με τον περιορισμό ο κάθε φθόγγος ν' αντιστοιχεί σ' ένα μόνο σύμβολο και αντίστροφα». Στην αλφαβητική γραφή επομένως (δηλαδή τη γραφή των λαών της Ευρώπης, της Αμερικής, της Αυστραλίας αλλά και άλλων περιοχών του πλανήτη) κάθε γράμμα αποδίδει ένα στοιχειώδη ήχο.

Τούτο δεν ισχύει στις ατελέστερες της αλφαβητικής συλλαβικές γραφές, στις οποίες κάθε σύμβολο αποδίδει μία συλλαβή (δύο ή και περισσότερους ήχους-φθόγγους), όπως π.χ. στις συλλαβικές ελληνικές γραφές Γραμμική Α και Β ένα σύμβολο αποδίδει τη συλλαβή κο (κ+ο), άλλο σύμβολο τη συλλαβή πο (π+ο) κ.ο.κ. Στη φοινικική γραφή (που διαθέτει μόνο σύμφωνα και κανένα φωνήεν), στα ελάχιστα διασωθέντα δείγματά της, η κατάσταση είναι ακόμα "χειρότερη", δεδομένου ότι κάθε σύμβολό της δεν αποδίδει ούτε καν μία συγκεκριμένη συλλαβή, αλλά διαφορετικές, που το διάβασμά τους αφήνεται στην "έμπνευση" του αναγνώστη. Έτσι π.χ. ένα σύμφωνο μπορεί να διαβαστεί ως μπα, μπου, μπε, μπι, μπο κ.ο.κ., ή κάποιο άλλο ως γκου, γκα, γκε, γκο κ.λπ. Επομένως, η φοινικική γραφή όχι μόνο δεν αποτελεί αλφάβητο, αλλά δεν είναι ούτε καν εξελιγμένη συλλαβική γραφή, του βαθμού τελειότητας των αντιστοίχων ελληνικών συλλαβαρίων.

Και είναι πράγματι καταπληκτικό το γεγονός, ότι έχει καθιερωθεί στην επιστήμη κατά τα τελευταία 150 χρόνια περίπου ο αντιφατικός όρος "φοινικικό αλφάβητο", προκειμένου για μία γραφή που δεν έχει καμμία σχέση με την αλφαβητική. Και είναι ακόμη πιο απίστευτη η επιβολή του επιστημονικού δόγματος, ότι το ελληνικό αλφάβητο προήλθε από το φοινικικό, το οποίο όχι μόνο δεν είναι αλφάβητο, αλλά είναι μία ατελέστερη γραφή από τις ελληνικές Γραμμικές Γραφές Α και Β. Για τους λόγους αυτούς κατά τον προσφάτως εκλιπόντα πρόεδρο της Εταιρείας Ελλήνων Φιλολόγων Παν. Γεωργούντζο ο χαρακτηρισμός που έδωσε ο καθηγητής Γ. Μπαμπινιώτης στη φοινικική γραφή "οιονεί συλλαβικό αλφάβητο" (;!) απορρίπτεται και πρέπει να αντικατασταθεί με το ορθό "καθαρώς συνεπτυγμένο συλλαβικό" σύστημα γραφής (βλέπε Παν. Γεωργούντζου, Το Αλφάβητον Εφεύρεσις Ελληνική: άρθρο του στο περιοδικό Δαυλός, τεύχος 142,Οκτώβριος 1993,σ 8242).


Β. Η ΕΛΛΗΝΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΑΛΦΑΒΗΤΟΥ

α) Οι αρχαιολογικές αποδείξεις

Η θεωρία ότι το Αλφάβητο είναι εφεύρεση των Φοινίκων συντηρήθηκε εκτός των άλλων με το επιχείρημα ότι ορισμένα σύμβολα της φοινικικής γραφής μοιάζουν με τα αλφαβητικά γράμματα, π.χ. το ?(άλεφ) είναι αντεστραμμένο ή πλαγιαστό το ελληνικό Α κλπ. Το επιχείρημα αυτό φαινόταν ισχυρό μέχρι προ 100 ετών περίπου, όταν οι γλωσσολόγοι και οι ιστορικοί ισχυρίζονταν ακόμη ότι οι Ελληνες δεν γνώριζαν γραφή προ του 800 π.Χ.! Γύρω στο 1900 όμως ο Αρθούρος Εβανς ανάσκαψε την ελληνική Μινωική Κρήτη και ανακάλυψε τις ελληνικές Γραμμικές Γραφές, των οποίων σύμβολα ήταν ως σχήματα πανομοιότυπα προς τα 17 τουλάχιστον εκ των 24 γραμμάτων του ελληνικού Αλφαβήτου. Με δεδομένα -α) ότι τα αρχαιότερα δείγματα των ελληνικών αυτών γραφών (Γραμμική Α και Β), που στη συνέχεια ανακαλύφθηκαν και στην Πύλο, στις Μυκήνες, στο Μενίδι, στη Θήβα, αλλά και βορειότερα, μέχρι τη γραμμή του Δούναβη και χρονολογήθηκαν τότε πριν από το 1500 π.Χ. και - β) ότι οι Φοίνικες και η γραφή τους εμφανίζονται στην ιστορία όχι πριν το 1300 π.Χ. Ο Έβανς στο έργο του Scripta Minoa διετύπωσε, πρώτος αυτός, αμφιβολίες για την αλήθεια της θεωρίας ότι οι Έλληνες έλαβαν τη γραφή από τους Φοίνικες, εκφράζοντας ταυτόχρονα την επιστημονική υποψία ότι μάλλον συνέβη το αντίθετο.

Οι αμφιβολίες για την μη προτεραιότητα των Φοινίκων έναντι των Ελλήνων στην ανακάλυψη της γραφής έγιναν βεβαιότητα, όταν ο καθηγητής Πωλ Φωρ, διεθνής αυθεντία της Προϊστορικής Αρχαιολογίας, δημοσίευσε στο αμερικάνικο αρχαιολογικό περιοδικό, εκδόσεως του Πανεπιστημίου της Ινδιάνας, Nestor (έτος 16ον,1989,σελ.2288) ανακοίνωση, στην οποία παραθέτει και αποκρυπτογραφεί πινακίδες ελληνικής Γραμμικής Γραφής, που βρέθηκαν σε ανασκαφές στο κυκλώπειο τείχος των Πιλικάτων της Ιθάκης και χρονολογήθηκαν με σύγχρονες μεθόδους στο 2700 π.Χ. Γλώσσα των πινακίδων είναι η Ελληνική και η αποκρυπτογράφηση του Φωρ απέδωσε φωνητικά το συλλαβικό κείμενο ως εξής: Α]RE-DA-TI. DA-MI-U-A-. A-TE-NA-KA-NA-RE(ija)-TE. Η φωνητική αυτή απόδοση μεταφράζεται, κατά τον Γάλλο καθηγητή πάντοτε :«Ιδού τι εγώ η Αρεδάτις δίδω εις την άνασσαν, την θεάν Ρέαν:100 αίγας, 10 πρόβατα, 3 χοίρους». Ετσι ο Φωρ απέδειξε, ότι οι Έλληνες έγραφαν και μιλούσαν ελληνικά τουλάχιστον 1400 χρόνια πριν από την εμφάνιση των Φοινίκων και της γραφής τους στην ιστορία.


ΑΡΙΣΤΕΡΑ Η ΕΠΙΓΡΑΦΗ ΤΟΥ ΔΙΣΠΗΛΙΟΥ ΚΑΙ Η ΓΡΑΦΗ ΔΕΞΙΑ

Αλλά οι αρχαιολογικές ανασκαφές στον ελληνικό χώρο την τελευταία 12ετία απέδωσαν και άλλες πολλές και μεγάλες εκπλήξεις: Οι Έλληνες έγραφαν όχι μόνο τις συλλαβικές Γραμμική Α και Β Γραφές τους αλλά και ένα είδος γραφής πανομοιότυπης με εκείνη του Αλφαβήτου τουλάχιστον από το 6000 π.Χ. Πράγματι στο Δισπηλιό, μέσα στα νερά της λίμνης της Καστοριάς, ο καθηγητής Γ. Χουρμουζιάδης ανακάλυψε ενεπίγραφη πινακίδα με γραφή σχεδόν όμοια με την αλφαβητική, η οποία χρονολογήθηκε με τις σύγχρονες μεθόδους του ραδιενεργού άνθρακα (C14) και της οπτικής θερμοφωταύγειας στο 5250 π.Χ. Τρία χρόνια αργότερα ο έφορος Προϊστορικών και Κλασσικών Αρχαιοτήτων Ν. Σάμψων, ανασκάπτοντας το "Σπήλαιο του Κύκλωπα" της ερημονησίδας Γιούρα Αλοννήσου (Βόρειες Σποράδες), ανακάλυψε θραύσματα αγγείων ("όστρακα") με γράμματα πανομοιότυπα με εκείνα του σημερινού ελληνικού Αλφαβήτου, τα οποία χρονολογήθηκαν με τις ίδιες μεθόδους στο 5500-6000 π.Χ. Ο ίδιος αρχαιολόγος διενεργώντας το 1995 ανασκαφές στη Μήλο, ανεκάλυψε "πρωτοκυκλαδικά αγγεία" των μέσων της 3ης χιλιετίας π.Χ., που έφεραν πανομοιότυπα τα γράμματα του Ελληνικού Αλφαβήτου Χ,Ν,Μ,Κ,Ξ,Π,Ο,Ε. Είναι πρόδηλο, ότι οι αρχαιολογικές αυτές ανακαλύψεις όχι απλώς προσέδωσαν ήδη το χαρακτήρα του κωμικού στη λεγόμενη "Φοινικική Θεωρία" περί ανακαλύψεως της γραφής, αλλά ανατρέπουν εκ βάθρων ολόκληρη την επίσημη χρονολόγηση της ελληνικής Ιστορίας, όπως αυτή διδάσκεται, αλλά και την επίσημη παγκόσμια Ιστορία του Πολιτισμού.


β) Η οιονεί μαθηματική απόδειξη

Αλλά παράλληλα προς την κατεδάφιση του χάρτινου οικοδομήματος του "Φοινικικού" αλφαβήτου με τη βοήθεια της αρχαιολογικής σκαπάνης, προέκυψε κι ένα νέο συντριπτικό στοιχείο, που μας το πρόσφερε η επί 20 χρόνια σεμνή και αθόρυβη μελέτη της ελληνικής Γλώσσας και Γραφής από έναν μεγάλο ερευνητή, τον Ηλία Λ. Τσατσόμοιρο, που δυστυχώς χάθηκε στις 19 Δεκεμβρίου 1991, αφού όμως πρόλαβε να ολοκληρώσει , λίγους μήνες πριν απ' τον αδόκητο θάνατό του, την ριζοσπαστική έρευνά του «Ιστορία Γενέσεως της Ελληνικής Γλώσσας -Από τον έλλοπα θηρευτή μέχρι την εποχή του Διός- Η αποκωδικοποίηση του Ελληνικού Αλφαβήτου».

Στην έρευνά του αυτή, την οποία ο υπογράφων το παρόν άρθρο είχα την τιμή να εκδώσω (έκδοση "Δαυλός",1991) και να την επιμεληθώ φιλολογικά -αλλά και να συνεργασθώ μαζί του επί μία δεκαετία συζητώντας τα άπειρα προβλήματα που προέκυπταν στην πορεία της και δημοσιεύοντας υπό μορφή άρθρων τμήματά της στον "Δαυλό"- ο αείμνηστος συνεργάτης μου απέδειξε με θαυμαστό τρόπο, ότι κάθε γράμμα του ελληνικού Αλφαβήτου περιέχει μια σταθερή κωδική σημασία, την οποία εισάγει κυριολεκτικά ή μεταφορικά ως επί μέρους έννοια στην γενική έννοια κάθε ελληνικής λέξεως στην οποία ανήκει. 'Έτσι τελικά κάθε (αρχαία) ελληνική λέξη αποτελεί ένα οιονεί αρκτικόλεξο [όπως π.χ. Δ(ημόσια) Ε(πιχείρηση) Η(λεκτρισμού): ΔΕΗ], όπου κάθε γράμμα (ανάλογα με τη θέση που κατέχει στην σειρά των γραμμάτων της λέξεως) δίνει ένα σημαντικό ή λιγότερο σημαντικό νοηματικό στοιχείο της και όλα μαζί δίνουν τον λογικό ορισμό της έννοιας που εκφράζει η λέξη. Σημειώνεται εδώ, ότι την "ειδοποιό διαφορά" της έννοιας δίνει συνήθως το αρκτικό γράμμα.

Δεν υπάρχει εδώ ασφαλώς ο χώρος, για να παρουσιάσω τις κωδικές σημασίες των γραμμάτων του ελληνικού Αλφαβήτου εν τω συνόλω τους, όπως αναλύονται στην επαναστατική αυτή ανακάλυψη στον τομέα της μελέτης του ανθρωπίνου Λόγου. Αλλά ενδεικτικά θα διαλέξω ένα μόνο απ' τα 24 γράμματά μας, το υ ή Υ (μια που αυτό θεωρείται και ως "αντιπροσωπευτικά ελληνικό", Υ Greacum στο δήθεν "Λατινικό" Αλφάβητο, που δεν είναι άλλο από μία παραλλαγή του ελληνικού, της Χαλκίδας). Το ύψιλον λοιπόν, όπως και το σχήμα του δείχνει, έχει την κωδική σημασία της κοιλότητας ή (ανεστραμμένο) την κυρτότητας και αυτήν εισάγει στις έννοιες των ελληνικών λέξεων που το περιέχουν -και κατ' επέκτασιν, ενίοτε, και την σημασία των υγρών (τα οποία διά φυσικής ροής καταλήγουν και γεμίζουν την κοιλότητα). Προχείρως αναφέρω μερικές ονομασίες αγγείων και υγρών όπου το αμφικωνικό κ-Υ-πελλο είναι του 2700 π.Χ. και απόκειται στο Μουσείο Ηρακλείου: στις αναφερόμενες εκεί λέξεις μπορούν να προστεθούν και πολλές άλλες όπως κοτ-Υ-λη, γο-Υ-ττος, τρ-Υ-βλίον, π-Υ-ξίς, αμφορε-Υ-ς, β-Υ-τίον, λ-Υ-χνος, πρόχο-Υ-ς, σκε-Υος κλπ. -όλες με την σημασία του κοίλου αντικειμένου), αλλά και πλείστες άλλες λέξεις όπως κ-Υ-ησις (κυρτότητα της κοιλιάς της εγκ-Υ-ου γυναίκας), κ-Υ-μα (κυρτότητα ή κοιλότητα στην επιφάνεια της θάλασσας), κρ-Υ-πτη (κοιλότητα εδάφους), Υ-πό (η πρόθεση:κοιλότητα κάτω από μία στάθμη ή επίπεδο), Υ-πέρ (η πρόθεση: κυρτότητα πάνω από μία στάθμη ή επίπεδο=Υ-ψος), όλες οι λέξεις που έχουν ως πρώτα συνθετικά τους τις προθέσεις Υ-πό και Υ-πέρ, που ανέρχονται σε εκατοντάδες, αλλά και χιλιάδες άλλες. Η μεγαλοφυής αυτή ανακάλυψη, την οποία δυστυχώς η επίσημη επιστήμη επί 8 χρόνια εξακολουθεί να "αγνοεί", αν και αποτελεί συνέχεια και ολοκλήρωση της λησμονημένης Πλατωνικής προσεγγίσεως του προβλήματος της γλώσσας ("Κρατύλος"):

  1. Διαλύει οριστικά την θεωρία, ότι η ελληνική Γλώσσα προήλθε από άλλη (την δήθεν "Ινδοευρωπαϊκή"), δεδομένου ότι αποδεικνύεται ως η μόνη μη συμβατική γλώσσα του κόσμου, η μόνη γλώσσα δηλαδή που παρουσιάζει αιτιώδη σχέση μεταξύ του σημαίνοντός της (λέξεως) και του σημαινομένου της (του πράγματος που ονομάζει η λέξη).
  2. Κατ' επέκταση αποδεικνύει, ότι είναι η πρώτη και η μόνη δημιουργηθείσα γλώσσα του ανθρωπίνου είδους, από την παραφθορά της οποίας απέρρευσαν οι συμβατικές γλώσσες (δηλαδή αυτές όπου υπάρχει αναιτιώδης σχέση μεταξύ σημαίνοντος και σημαινομένου), όπως είναι όλες ανεξαιρέτως οι λοιπές γλώσσες του πλανήτη.
  3. Αποδεικνύει κατά μη επιδεχόμενο καμία λογική αμφισβήτηση τρόπο, ότι το Αλφάβητο έγινε από τους Έλληνες, για να αποδώσουν με τα κωδικά τους 24 ή 27 γράμματα τις έννοιες των ελληνικών λέξεων -και μόνον αυτών.
  4. Δείχνει συγκριτικά, ότι τα σύμβολα της φοινικικής γραφής και οι ονομασίες τους («αλεφ»=βόδι, «μπεθ»=καλύβα, «γκιμέλ»=καμήλα κ.λπ.) όχι μόνο δεν περικλείουν κωδικές ονομασίες, αλλά συνάπτονται ή παραπέμπουν σε πρωτόγονες ζωικές καταστάσεις.

γ. το απόσπασμα του Ηροδότου

'Όλοι οι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς που αναφέρονται στο Αλφάβητο ("Γράμματα", όπως το έλεγαν), το θεωρούν πανάρχαια ελληνική εφεύρεση (του Προμηθέα, του Παλαμήδη, του Λίνου κλπ.). Η θεωρία του "Φοινικικού" Αλφαβήτου πάντοτε στηριζόταν και στηρίζεται ακόμη από τους υποστηρικτές της σε μία εξαίρεση του κανόνα αυτού. Την εξαίρεση αυτή αποτελεί ένα απόσπασμα του Ηροδότου, που ο ίδιος παρουσιάζει ως προσωπική γνώμη του («ως εμοί δοκέει» = όπως μου φαίνεται...), την οποία σχημάτισε, όπως αναφέρει σε προηγούμενη παράγραφο, «αναπυνθανόμενος» (=παίρνοντας πληροφορίες από άλλους).Αλλά ας δούμε το κείμενο του Ηροδότου ("Ιστορία, Ε 58"):

«58.Οι δε Φοίνικες ούτοι οι συν Κάδμω απικόμενοι τών ήσαν Γεφυραίοι άλλα τε πολλά οικήσαντες ταύτην την χώρην εισήγαγον διδασκάλια ες τους Έλληνας και δη και γράμματα, ουκ εόντα πριν Έλλησι ως εμοί δοκέει, πρώτα μεν τοίσι και άπαντες χρέωνται Φοίνικες· μετά δε χρόνου προβαίνοντος άμα τη φωνή μετέβαλλον και τον ρυθμόν των γραμμάτων».

[58.Οι δε Φοίνικες αυτοί, που μαζί με τον Κάδμο αφίχθησαν, εκ των οποίων και οι Γεφυραίοι, και σε πολλά άλλα μέρη κατοικήσαντες την χώραν αυτήν εισήγαγαν και τέχνες (νέες ή άγνωστες) στους Έλληνες και μάλιστα και (κάποια) γραφή, η οποία δεν ήταν γνωστή πριν στους Έλληνες, καθώς εγώ νομίζω, πρώτα αυτήν την γραφή την οποίαν και όλοι οι Φοίνικες μεταχειρίζονται· μετά όμως με την πάροδο του χρόνου (οι Φοίνικες) μετέβαλλαν μαζί με τη γλώσσα (τους) και το είδος αυτό της γραφής.]

Στο απόσπασμα αυτό το σημαντικώτερο είναι, ότι στην κρίσιμη φράση («άμα τη φωνή μετέβαλλον και τον ρυθμόν των γραμμάτων») αποκαλύπτεται, ότι οι Φοίνικες-Γεφυραίοι, που πήγαν στην Βοιωτία με τον Κάδμο, έφεραν από την Φοινίκη κάποια γραφή τους, αλλά καθώς οι Φοίνικες άλλαξαν τη γλώσσα τους (έμαθαν πιά δηλαδή τα Ελληνικά), άλλαξαν και αυτή τη γραφή τους (έγραφαν πιά δηλαδή με την υπάρχουσα στη Βοιωτία πανάρχαια ελληνική γραφή). Στη δήλωση λοιπόν αυτή του Ηροδότου οι μεταφραστές δίνουν το νόημα, ότι οι ντόπιοι Ελληνες Βοιωτοί και όχι οι Φοίνικες μετανάστες άλλαξαν την δική τους γλώσσα και γραφή και υιοθέτησαν τη φοινικική!

Στην γενικά ασυνάρτητη αυτή αναφορά στον Αλφάβητο, όπως διασώθηκε, είναι προφανείς και οι παρεμβάσεις-αλλοιώσεις που ακολουθούν στο κείμενο και που διαπράχθηκαν άγνωστο από ποιούς και πότε. Αλλά ας δούμε την ύποπτη συνέχεια του κειμένου, όπως έφθασε σ' εμάς:

«Περιοίκεον δε σφέας τα πολλά των χώρων τούτον τον χρόνον Ελλήνων Ίωνες οι παραλαβόντες διδαχή παρά των Φοινίκων τα γράμματα, μεταρυθμίσαντες σφέων ολίγα εχρέωντο, χρεώμενοι δε εφάτισαν, ώσπερ και το δίκαιον έφερε εισαγαγόντων Φοινίκων ες την Ελλάδα, Φοινίκηια κεκλήσθαι».

[Κατοικούσαν δε πέριξ αυτών (των Φοινίκων) στα περισσότερα μέρη κατ' εκείνο τον χρόνο (του Κάδμου) εκ των Ελλήνων Ίωνες, οι οποίοι παραλαβόντες διά της επαφής ή και διδασκαλίας παρά των Φοινίκων τη γραφή τους αλλάξαντες την μορφή της γραφής αυτών oλίγα μετεχειρίζοντο. Μεταχειριζόμενοι δε αυτά είπαν, καθώς ήταν δίκαιο, επειδή τα εισήγαγαν στην Ελλάδα Φοίνικες, να ονομάζωνται Φοινικά.]

Η αναφορά αυτή, κατά των Η. Τσατσόμοιρο ("Δαυλός", τ.118), ότι δηλαδή εκ των Ελλήνων οι Ιωνες οι κατοικούντες πέριξ των Φοινίκων παρέλαβαν τη Φοινικική γραφή και λίγα γράμματά της μεταχειρίζονταν, αφού τα τροποποίησαν, και χάριν του δικαίου, επειδή οι Φοίνικες τα εισήγαγαν στη Ελλάδα, τα ονόμασαν Φοινικικά, αποτελεί κραυγαλέα αντίφαση και συνεπώς πρόκειται για πλαστή υποπαράγραφο, δήθεν επεξηγηματική, η οποία σκοπεύει να καταστήσει αβαρή την προηγηθείσα πληροφορία «άμα τη φωνή μετέβαλλον και τον ρυθμόν των γραμμάτων». Και όμως η "Φοινικική Θεωρία" θεμελιώθηκε εξ ολοκλήρου και συντηρείται πάνω στο θεμέλιο της προφανούς αυτής πλαστογραφίας.

Η "Φοινικική Θεωρία" καθιερώθηκε στην Ευρώπη σε μία εποχή που, όπως γράφει ο διαπρεπής σύγχρονος Αγγλος κλασσικός φιλόλογος S.G.Rembroke ("The Legacy of Greece,εκδ. Oxford University Press,1984), «στους Φοίνικες γενικά εδίδετο ένας ρόλος ενδιαμέσων», που ξέφευγε από οιαδήποτε πληροφορία της ιστορίας, ένας ρόλος δηλαδή μεταφορέων της σοφίας και του πολιτισμού του περιουσίου λαού του Ισραήλ στους απολίτιστους λαούς και δη στους Έλληνες. Αυτά βέβαια είναι συγχωρητέα, αφού λέγοντας περί τα τέλη του Μεσαίωνα, οπότε ο θρησκευτικός φανατισμός και ο σκοταδισμός είχαν φθάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε να θέλουν την κόρη του Αγαμέμνονος Ιφιγένεια ως κόρη του Ιεφθά, τον Δευκαλίωνα ως Νώε, τον Απι ως σύμβουλο του Ιωσήφ, τον Απόλλωνα, τον Πρίαμο, τον Τειρεσία και τον Ορφέα ως διαστροφές του Μωυσή, την ιστορία των Αργοναυτών ως διάβαση των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο στην Παλαιστίνη και άλλα πολλά παρόμοια. Αυτές τις επισημάνσεις τις κάνει ο Rembroke.

Και καταλήγουμε εμείς: Τότε ο Ελληνισμός, ευρισκόμενος από άποψη εθνικής αυτοσυνειδησίας σε κωματώδη πνευματική κατάσταση και από άποψη ιστορικής αυτογνωσίας σε αφασία, ήταν εντελώς ανίκανος να υπερασπιστή την ιστορία του και τον πολιτισμό του, και γι' αυτό δεν αντιδρούσε και δεν μπορούσε να αντιδράσει.


Δημήτρης Ι. Λάμπρου - εκδότης του περιοδικού "Δαυλός"

ΕΠΙΣΚΥΡΟΣ - Το Αρχαίο Ελληνικό Ποδόσφαιρο


(Επιτύμβια στήλη 4ος αιών π.Χ. , Εθνικό Αρχαιολογικό Μουσείο Αθηνών)

Επίσκυρος:" ό, παιδιά τις, διά σφαίρας", " ό, μέ τά πολλών, σφαιρισμός " (Ησυχ.) {Από το Ομηρικό Λεξικό των LIDDEL & SCOTT}. Δηλαδή " αυτός που παίζει με τη σφαίρα (μπάλλα) " ή " αυτός που παίζει με πολλούς τη σφαίρα (μπάλλα)". Στην αγγλική μετάφραση του ίδιου Λεξικού λέει: Επίσκυρος = Ballgame, football or rugby.

Αν ανατρέξουμε στα Ομηρικά έπη θα βρούμε τις πρώτες πληροφορίες για παιχνίδι με μπάλλα στη λεκάνη της Μεσογείου. Μια παρόμοια αναφορά γίνεται και στον "Θεαίτητο" του Πλάτωνα

Μεγάλη επιτυχία στην αρχαία Ελλάδα γνώρισε το παιχνίδι « Επίσκυρος » που είχε πάρει το όνομά του από τη γραμμή με σκύρα (σπασμένα κομμάτια πέτρας, πετραδάκια) που χώριζε το γήπεδο.Με λίγα λόγια είχαμε και κεντρική διαχωριστική γραμμή, των δύο μεγάλων περιοχών του γηπέδου.
(Σωκράτης) Λέγεται τοίνυν, ἔφη, ὦ ἑταῖρε, πρῶτον μὲν εἶναι τοιαύτη ἡ γῆ αὐτὴ ἰδεῖν, εἴ τις ἄνωθεν θεῷτο, ὥσπερ αἱ δωδεκάσκυτοι σφαῖραι, ποικίλη, χρώμασιν διειλημμένη, ὧν καὶ τὰ ἐνθάδε εἶναι χρώματα ὥσπερ δείγματα, οἷς δὴ οἱ γραφῆς καταχρῶνται.

(μτφ): “Λέγεται λοιπόν, ω συνομιλητή, πως η γη, εάν την δει κανείς από ψηλά είναι σαν τις σφαίρες (μπάλες) που αποτελούνται από δώδεκα κομμάτια διαφορετικού δέρματος. Είναι δηλαδή πολύχρωμη σφαίρα και τα μέρη της ξεχωρίζουν από τα χρώματα που έχει το καθένα
Πλάτων «Φαίδων» ή περί ψυχής [110b]

Αρα η μπάλα ήταν φτιαγμένη από 12 χρώματα, 12 κομμάτια δέρματος συμβολίζοντας τους 12 Έλληνες Θεούς.

«Φύγετε νεαροί, αυτό το παιχνίδι με την μπάλα φουσκωμένη από αέρα έχει γίνει για μεσήλικες και παιδιά» - Αρριανός ΧΙV 47
"Έριχνε ψηλά την σφαίρα και την γη που έθρεψε πολλούς άρχισε να κτυπά με προικισμένα πόδια και να κάνη στροφές γρήγορες και εναλλασσόμενες, ενώ οι άλλοι νέοι τον ζητωκραύγαζαν και στον ουρανό υψώνονταν δυνατές φωνές." - Οδύσσεια Θ 370 - 375


Μπάλα που βρέθηκε μετά από ανασκαφές στην Σαμοθράκη.


Πληροφορούμεθα λοιπόν από τον αρχαιολόγο Ε. Μπεξή στο περιοδικό ΙΧΩΡ ότι:
Υπήρχε ένα άθλημα με το όνομα "Επίσκυρος".

Το γήπεδο που διεξήγετο ο αγώνας ήταν χωρισμένο σε δύο μέρη με γραμμές από χαλίκια και η μπάλα ήταν κατασκευασμένη από δερμάτινα κομμάτια ραμμένα μεταξύ τους με εντόσθια ζώων, ενώ στις άκρες του γηπέδου ήταν χαραγμένη μία γραμμή που συμβόλιζε τα δύο τέρματα.

Η μπάλα ήταν φουσκωμένη με αέρια και εξωτερικά ήταν ζωγραφισμένη με ζωντανά χρώματα και γεωμετρικά σχήματα. Σκοπός ήταν και για τις δύο ομάδες όπως και σήμερα να περάσουν την μπάλα από την απέναντι εστία, το τέρμα.

Εντύπωση προξενεί επίσης η ιατρική(!) παρατήρηση του αθλήματος. Ο μεγάλος γιατρός της ύστερης αρχαιότητος Γαληνός μας δίνει μία καταπληκτική περιγραφή στο έργο του "Περί ασκήσεων με μικρή μπάλα" του παιχνιδιού.

"Όταν οι παίκτες παρατάσσονται σε αντίθετες σειρές και αγωνίζονται, για να εμποδίσουν τον αντίπαλο να κρατήσει την μπάλα στο κέντρο, τότε είναι βίαια άσκηση με κρατήματα στους ώμους και λαβές πάλης. Έτσι το κεφάλι και ο λαιμός ασκούνται με τις κινήσεις, τα κρατήματα των ώμων και τα πλευρά και το στήθος και το στομάχι ασκούνται από τα κρατήματα και τις λαβές πάλης με τα χέρια. Σε αυτό το παιχνίδι οι γλουτοί και τα πόδια τεντώνονται βίαια, γιατί αποτελούν την βάση των κινήσεων. Ο συνδυασμός με το τρέξιμο μπροστά και πίσω και τα πηδήματα στα πλάγια, κάθε άλλο παρά μικρή άσκηση είναι όχι μόνο για τα πόδια αλλά και για όλο το σώμα που είναι σε κίνηση."

Εάν δεν αρκούν τα λόγια έχουμε και "κατευθείαν αναμετάδοση" από το αρχαιολογικό μουσείο Αθηνών αθλητή - ποδοσφαιριστή, ο οποίος προσπαθεί με άψογη τεχνική να κοντρολάρει την μπάλα πάνω στο δεξί του πόδι. Είναι σαφές ότι ο παίκτης δεν πρέπει να πιάσει την μπάλα με τα χέρια του γι αυτό τα κρατάει πίσω από την πλάτη του. (Αρχική φώτο).

Μας διασώζονται ακόμη και ονόματα διάσημων «ποδοσφαιριστών» της αρχαιότητος ,όπως του Αριστόνικου του Καρυστίου, του Δημοτέλη του Χίου, του Χαιρεφάνη και του Κτησιβίου του Χαλκιδέως.

Αρχαία Ελληνική τελετή για την Υγεία

Περί Υγείας Τελετή

Η τελετή γίνεται για να δεχτούμε τις Ιαματικές Συμπαντικές Δυνάμεις του Μεγάλου Ιατρού του Σύμπαντος, Παιήωνος Απόλλωνα, του Ιητήρος Ασκληπιού και της Περιπόθητης Υγείας.

Η τελετή δεν υποκαθιστά κατ' ουδέν τρόπο την ιατρική επιστήμη, το δώρο του Απόλλωνος στην ανθρωπότητα, αλλά λειτουργεί ως συνεπίκουρος αυτής.

Κατά τη τελετή θα πρέπει να προσπαθούμε να συντονιστούμε με τις θεϊκές ενέργειες έτσι ώστε να βοηθήσουμε την διαδικασία της ίασης.

Ως γνωστόν οι περισσότερες ασθένειες έχουν και ψυχοσωματικά αίτια, και στην τελετή αυτή επικαλούμαστε τον Ασκληπιό για να βρούμε τις αιτίες στο σώμα μας και τον Απόλλωνα για να μπορέσουμε να κατανοήσουμε τα όποια πνευματικά αίτια.


Τέλος επειδή η υγεία είναι ένα αγαθό για το οποίο παλεύουμε συνέχεια, κατά την διάρκεια του ύμνου της θεάς Υγείας προσπαθούμε να πάρουμε δύναμη ώστε να πράττουμε τα απαραίτητα που βοηθούν το σώμα μας και καθημερινά (έτσι ώστε να προλαμβάνουμε) αλλά και σε περίπτωση ασθένειας ώστε να αντιμετωπίζουμε την κατάσταση με καθαρό μυαλό χωρίς να επιβαρύνουμε την θέση μας με κακή ψυχολογία, και έλλειψη σωστής αντίδρασης.

Καλό είναι η τελετή να τελείται νωρίς το πρωί, ενώ έχει προηγηθεί καθαρισμός του σώματος, όταν ο οργανισμός μας είναι ακόμη καθαρός από τις όποιες επιβαρύνσεις της καθημερινότητας.

Επίκλησις Ιητήρων Θεών

Κλύτε Ιητήρες Θεοί
Απόλλων, Ασκληπιέ και περιπόθητη Υγεία.
Είθε να παύσετε τας χαλεπάς νόσους
Χαρίζοντας υγεία στο νου και το σώμα μας.

Γίνεται σπονδή ερυθρού οίνου


Ύμνος Απόλλωνος
Προσφορές: Θυμίαμα λιβάνι, φύλλα δάφνης, σπένδουμε ερυθρό οίνο

Ελθέ Μάκαρ παιάν, Φοίβε Αγλαότιμε, Ιήιε Ολβιοδώτα
Σπέρμειε, Πύθιε, Δελφικέ Μάντη, Φωσφόρε Δαίμων.

Συ που βλέπεις τον απέραντον αιθέραν
και την ευτυχισμένη γη από ψηλά,
που έχεις για μάτια σου τα άστρα, που διαλύουν τα σκοτάδια
Από την χρυσή σου κόμη στάζουν εις το έδαφος
αρωματώδη έλαια που θεραπεύουν.

Ελθέ Μάκαρ παιάν,
Και χάριζε στον Ικέτη σου [όνομα]
Την περιπόθητη Υγεία.

Γίνεται σπονδή ερυθρού οίνου


Ύμνος Ασκληπιού
Προσφορές: Θυμίαμα μάνναν (λιβάνι), σπένδουμε ερυθρό οίνο

Ιητήρ πάντων Ασκληπιέ,
Που θέλγεις τα εκ των νόσων
Παθήματα των ανθρώπων

Κραταιέ, Ηπιόδωρε νόσων Ιητήρα
Φοίβου Απόλλωνος θάλος αγλαότιμον
Κατέπαυσε τας χαλεπάς νόσους

Ελθέ μάκαρ Σωτήρ,
και δώσε στον ικέτη σου [όνομα]
παύση πόνων και υγεία.

Γίνεται σπονδή ερυθρού οίνου


Ύμνος Υγείας
Προσφορές: Θυμίαμα μάνναν (λιβάνι), βότανα, σπένδουμε ερυθρό οίνο

Κλύθι, μάκαιρα Υγεία
Περιπόθητη, αξιέραστη βασίλισσα των πάντων
Γιατί από σένα καταστρέφονται οι ασθένειες των ανθρώπων,
Από σένα ανθοφορεί κάθε σπίτι και γεμίζει χαρά,
Από σένα και οι ίδιες οι τέχνες ακμάζουν.

Εσένα ποθεί ο κόσμος Ω Άνασσα
Αειθαλή, πολυεύχη, θνητών ανάπαυμα.
Έλα θεά που χωρίς εσένα όλα ανώφελα είναι
Και σώσε από την κακότυχη νόσο
Τον ικέτη σου [όνομα]

Γίνεται σπονδή ερυθρού οίνου


Κλείσιμο Τελετής

Χαίρετε Ιητήρες Θεοί,
Νούσους, άλγη τε και Κήρας
στέλλοντες ες πέρατα γαίης.

πηγή: labrys.gr

Τα αρχαία Ελληνικά αρώματα

Αρχαία Αρώματα: τα είδη και οι μέθοδοι επεξεργασίας

Η αρωματοποιία αποτελούσε έναν κλάδο ξεχωριστό, που απαιτούσε δεξιοτεχνία, εφευρετικότητα, αλλά και την απαραίτητη μυστικότητα. Επρόκειτο για μια σπουδαία τέχνη για την οποία γράφτηκαν ποικίλα αρχαία συγγράμματα, με περιεχόμενο θεραπευτικό, καλλωπιστικό και επικουρικό. Οι αρχαίοι διέκριναν τα αρώματα σε δύο κατηγορίες. Σε αυτά που βρίσκονταν σε υγρή κατάσταση, τα έλαια, και στα παχύρρευστα και στερεά, τις αλοιφές. Τα ρήματα που χρησιμοποιούσαν αντίστοιχα ήταν το χρίω και το αλείφω, ενώ συναντάται επίσης το ξεραλοίφειν για επάλειψη σε στεγνό και όχι υγρό σώμα. Τα αρωματικά έλαια χαρακτηρίζονται ως ευώδη.

Οι αρχαίοι συγγραφείς όπως ο Αθήναιος, ο Ιπποκράτης, ο Ξενοφών, ο Ηρόδοτος, ο Αριστοτέλης, ο Θεόφραστος και άλλοι, αναφέρουν λεπτομέρειες σε σχέση με τα αρχαία αρώματα από λουλούδια, τα οποία έπαιρναν το όνομά τους είτε από το αρωματικό φυτό από το οποίο παράγονταν είτε από το όνομα του παρασκευαστή τους. Το μεγαλείον για παράδειγμα, διάσημο άρωμα της Εφέσου, πήρε το όνομά του από τον Μέγαλλο από τη Σικελία. Τα πιο γνωστά αρχαία ελληνικά αρώματα ήταν το ίρινον, ελαιόλαδο με εκχυλίσματα από ρίζες ίριδας, το νάρδον, το βάλσαμο, η στακτή το αυθεντικό βάλσαμο μύρου, το μελίνιο από κυδωνέλαιο, το ρόδιο μία διάσημη αλοιφή από τη Ρόδο από εκχύλισμα τριαντάφυλλου μαζί με άλλα αιθέρια έλαια, τοτύλιον έλαιον και άλλα.

Πολλές πόλεις μάλιστα ήταν ταυτισμένες με την παραγωγή συγκεκριμένων αρωμάτων και αλοιφών, όπως η Κύζικος περίφημη για το άρωμα της ίριδας, η Κως για το άρωμα μαντζουράνας και μήλων, η Φάσηλης για το ρόδο της κ.τ.λ.

Οι αρχαίοι συχνά εισήγαγαν αρώματα από την Ανατολή, τα οποία μάλιστα ασκούσαν σ’ αυτούς μία ιδιαίτερη γοητεία. Αρώματα, όπως το βρενθείον το ονομαστό άρωμα των Λυδών με μυρωδιά μόσχου και λεβάντας, το οποίο σκεύαζαν σε μικρά αγγεία, τα λυδία, το σούσινο το αρωματικό λάδι κρίνων από τα Σούσα, το μενδήσιο από τη Μέντη στο Νείλο, από λάδι βαλάνου αρωματισμένο με λάδι πικραμύγδαλων, όπως και το μετόπιο, μία ακριβή αρωματική κρέμα από την Αίγυπτο. Επίσης από τον 6ο αιώνα ήδη εισήγαγαν λάδι φοίνικα από την Ναύκρατη του Νείλου, κρίνο, λωτό και άνιθο από την Αίγυπτο και σίλφιο από τη Λιβύη από το οποίο παρασκεύαζαν ναρκωτικές, φαρμακευτικές αλοιφές, ως αντίδοτο κατά των δηλητηριάσεων. Τις εμπορικές σχέσεις με την ανατολή ευνόησαν ιδιαίτερα οι κατακτήσεις του Μεγάλου Αλεξάνδρου. Από κει οι Έλληνες προμηθεύονταν καινούργια αρώματα και είδη καλλωπισμού. Η βιομηχανία των αρωμάτων έφτασε δε στο αποκορύφωμά της στην πτολεμαϊκή Αίγυπτο.

Μυρεψεία – Σκεύη και Μέθοδοι Επεξεργασίας των προϊόντων

Στο Μινωικό και Μυκηναϊκό πολιτισμό πρέπει να υπήρχαν πολλά μυρεψεία, χώροι παρασκευής προϊόντων καλλωπισμού, αλοιφών και αρωμάτων. Τέτοια στοιχεία εντοπίστηκαν στο ανάκτορο της Ζάκρου (α΄ μισό 15ου αιώνα), στο ανάκτορο της Πύλου (τέλη 13ου αιώνα), στην Οικία του Λαδεμπόρου, αλλά και στην Οικία των Σφιγγών στις Μυκήνες.
Στα μυρεψεία αυτά και κυρίως σ’ αυτό της Ζάκρου, βρέθηκε πλήθος αγγείων, κυάθια, κύπελλα, αγγεία κοινής χρήσης, σταμνοειδή, ευρύστομα καδοειδή, αλλά και ολόκληρες σειρές από πύραυνα, θυμιατήρια δηλαδή με διάτρητο πόδι και άνοιγμα για την τοποθέτηση του κάρβουνου, πυριατήρια, καλύμματα χυτρών, ηθμοί (σουρωτήρια), τριποδικές χύτρες, πήλινη σχάρα, σκεύη που στο σύνολό τους χρησιμοποιούνταν για την παρασκευή εκχυλισμάτων αρωματικών βοτάνων.

Γενικώς τα σκεύη που χρησιμοποιούνταν για την παραγωγή καλλυντικών προϊόντων και αρωμάτων ήταν:
  • Τα γουδιά και οι τριπτήρες, για το κομμάτιασμα ή το άλεσμα του καρπού ή για την επεξεργασία άλλων υλών, όπως το θρυμμάτισμα των ανόργανων υλικών για τα χρώματα
  • Οι λεκάνες, για την παραγωγή του κρασιού ή του λαδιού
  • Η ασάμινθος, η μπανιέρα δηλαδή, για το μούλιασμα των λουλουδιών μέσα σε νερό, λάδι ή λίπος για την εξαγωγή του αρώματός τους
  • Οι χύτρες, για το βράσιμο του λαδιού με σκοπό την παρασκευή του αρώματος
  • Τα μυροδοχεία, τα αγγεία στα οποία συσκεύαζαν το έτοιμο προϊόν, τα οποία είχαν διάφορα σχήματα, ονόματα, αλλά και διακόσμηση
  • Τα θυμιατήρια, τα λεγόμενα πύραυνα ή πυριατήρια

Σε σχέση με τις μεθόδους επεξεργασίας που πιθανόν χρησιμοποιούσαν οι αλοιφοποιοί της μινωικής και μυκηναϊκής εποχής, δεν έχουμε σαφείς γραπτές μαρτυρίες αλλά ούτε και άλλες αρχαιολογικές πληροφορίες. Ο Διοσκουρίδης του 1ου αι. μ.Χ. περιγράφει λεπτομερώς τη μέθοδο παρασκευής αρωματικών λαδιών, η οποία από τους ερευνητές θεωρείται πως θα πρέπει πιθανόν να ήταν ίδια με αυτή και των προγενέστερων εποχών (Demateria medica 1.43-55):

Η επεξεργασία γινόταν σε δύο στύψεις. Σκοπός της πρώτης ήταν να καταστήσει το λάδι δεκτικό στο άρωμα των λουλουδιών και των φύλλων που θα προσέθεταν αργότερα. Κατά την πρώτη φάση λοιπόν παρασκεύαζαν μία αλοιφή από κονιορτοποιημένες ρίζες καλάμου, σχοίνου και κύπειρου, αναμεμειγμένες με νερό ή κρασί και την έβραζαν σε λάδι. Μετά σούρωναν το λάδι και το άφηναν να κρυώσει. Η δεύτερη στύψη αποτελούνταν από το βούτηγμα στο κρύο λάδι, εκείνων των λουλουδιών ή των φύλλων που θα έδιναν το τελικό άρωμα. Στο τέλος προσέθεταν τεχνικό χρώμα, αλάτι για τη συντήρηση ή μπαχαρικά”.

Η απόσταξη με τη σημερινή της έννοια δεν ήταν γνωστή στην αρχαιότητα. Οι μέθοδοι για την εξαγωγή αρώματος ήταν η εξαγωγή αρώματος από λουλούδια με εμποτισμό και η έκθλιψη – στύψη.
Στην πρώτη περίπτωση τα πέταλα των λουλουδιών απλώνονταν σε ζωικό λίπος ή λάδι και αντικαθίσταντο με νέα μέχρι το λίπος να κορεστεί από το άρωμά τους. Μέσα σ’ αυτό το λάδι ή το λίπος, που πιθανόν να ήταν ζεστό, τα λουλούδια θα έπρεπε να παραμείνουν για να μουλιάσουν. Από αυτή τη διαδικασία προέκυπτε έπειτα μία μυραλοιφή στην οποία έδιναν σχήμα σφαίρας ή κώνου και τη χρησιμοποιούσαν στις γιορτές και τον καλλωπισμό.

Στην έκθλιψη ή στύψη τα άνθη ή οι σπόροι τοποθετούνταν σε λινά υφάσματα υπό μορφή σάκου με θηλιές στις δύο απολήξεις οι οποίες στρέφονταν αντιθετικά ή ακολουθούσαν την ίδια διαδικασία του πιεστηρίου, όπως για την παρασκευή του κρασιού και του λαδιού.
Στην όλη διαδικασία θα χρησιμοποιούνταν επίσης η ρητίνη του λαδάνου, του στύρακος, της μαστίχας, του κέδρου και του πεύκου. Τα υλικά θα πρέπει να ανακατεύονταν στις κατάλληλες ποσότητες, στη σωστή σειρά και θερμοκρασία, ενώ στο μείγμα θα προστίθετο και μία ορυκτή χρωστική ουσία. Τις αλοιφές θα πρέπει να τις έβραζαν.

Οι Μινωίτες γνωρίζουμε πως εισήγαγαν κανέλα, βάλσαμο, μύρο, χέννα, νάρδο, βάλανα από την Αίγυπτο, τη Συρία, την Κύπρο και το Λίβανο, ενώ εξήγαγαν πρώτες ύλες, όπως ξύλα κυπαρισσιού, αλλά και έτοιμα προϊόντα όπως λάδι ελιάς, αμυγδάλου και λαδάνου. Πολλά μινωικά βάλσαμα ήταν ιδιαίτερα δημοφιλή στην Αίγυπτο και αναφέρονται σε πολλά κείμενα της 18ης και 19ης Δυναστείας.
Στις πινακίδες της Γραμμικής Β αναφέρονται επίσης διάφορα καρυκεύματα, κάποια από τα οποία αναφέρεται ότι ζυγίζονταν και άλλα ότι μετριόταν σε όγκο. Προφανώς οι ουσίες που αποτελούνταν από μικρούς σπόρους ή μόρια με συμπαγή και ομογενή φυσιογνωμία καταγράφονται με βάση τις μετρήσεις όγκου, ενώ αυτές που αποτελούνταν από μόρια διαφορετικών διαστάσεων και δεν παρουσίαζαν συμπαγή όψη, καταγράφονται με βάση τις μονάδες βάρους.

Ορισμένα αρώματα της αρχαιότητας

Ίρινον
Το ίρινον παράγονταν από τις ρίζες της ίριδας, αφού κόβονταν, απλώνονταν στη σκιά και ξεραίνονταν περασμένες σε νήματα. Το ίρινον ήταν άρωμα εύκολο στην παρασκευή του, με απλά συστατικά και οσμή που βελτιώνονταν με την πάροδο του χρόνου, καθώς και με την προσθήκη ελαιολάδου ή αιγυπτιακής βαλάνου. Επρόκειτο για ένα αγαπητό και σχετικά φθηνό άρωμα.

Νάρδον
Παράγονταν από τη ρίζα της ινδικής νάρδου, με λεπτό άρωμα που άντεχε στο χρόνο. Το καλύτερο νάρδον παράγονταν στην Ταρσό της Κιλικίας. Αποτελούσε απαραίτητο συστατικό της γυναικείας τουαλέτας, ενώ χρησιμοποιούνταν και για τον αρωματισμό του κρασιού, αλλά και για την παρασκευή παστίλιας για ευχάριστη αναπνοή.

Στακτή
Ακριβό και πολυτελές άρωμα, πικρό και δηκτικό, ήταν εισαγόμενο από την Ανατολή, από το έλαιον του θάμνου της σμύρνας. Ήταν ιδιαίτερα γνωστό στους Έλληνες της Μικράς Ασίας, ενώ το όνομά του υποδηλώνει τον τρόπο παρασκευής του, μέσω του σταξίματος του πολύτιμου υγρού της σμύρνας, όταν χαράσσονταν ο βλαστός και τα κλαδιά της. Η συγκομιδή της γινόταν στις πιο ζεστές μέρες του χρόνου και διαρκούσε αρκετό διάστημα. Η σμύρνα χρησιμοποιούνταν για υγρά αρώματα, αλοιφές, παστίλιες, θυμιάματα και αρωματικά κρασιά, καθώς και για ως συστατικό διάφορων σύνθετων αρωμάτων ή για τον εμπλουτισμό φτηνότερων ελαίων.

Βάλσαμο
Το φυτό αυτό ευδοκιμούσε στην Αραβία και τη Συροπαλαιστίνη και ήταν περιζήτητο για τις θεραπευτικές και τις κοσμητικές του χρήσεις. Επρόκειτο για μία ακριβή και σπάνια πρώτη ύλη που χρησιμοποιούνταν μάλιστα και ως ήδυσμα, συστατικό δηλαδή άλλων αρωμάτων. Καθώς λεγόταν, μία σταγόνα από το βάλσαμο αρκούσε για να αρωματίσει ολόκληρο δωμάτιο.

Τύλιον έλαιον
Ήταν διάσημο για το γλυκό και απαλό του άρωμα. Παράγονταν από τη σύνθλιψη σπόρων του φυτού τήλιος ή βούκερας, το γνωστό ως ελληνόχορτο, που συναντώνταν σε κάποια από τα εδάφη της Αττικής. Οι Αθηναίοι το προτιμούσαν μάλιστα ιδιαίτερα για καλλωπιστικούς και ιατρικούς σκοπούς, καθώς και για το φαγητό.



Βιβιογραφία
Forbes J. R., Studies in Ancient Technology, Volume III, 1993.

Λιβέρη Α., “Η χρήση των αρωματικών φυτών και βοτάνων για την παρασκευή αρωμάτων και καλλυντικών στην ελληνική αρχαιότητα, 56-82, στο Φαρμακευτικά και Αρωματικά Φυτά, Ζ΄ Τριήμερο Εργασίας, Κύπρος, Παραλίμνι, 21/25-3-1997, ΕΤΒΑ, Αθήνα 1997.

Ραυτοπούλου Ε., «Η πώληση και χρήση του ελαιολάδου και του αρωματικού λαδιού στην Αρχαϊκή Ελλάδα», 110-117 στο Ελιά και Λάδι, Δ’ Τριήμερο Εργασίας, Καλαμάτα 7-9 Μαΐου 1993, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ, 1996.

Τζιγκουνάκη Α., Perna M., “Καρυκεύματα και αρωματικά φυτά κατά τη μυκηναϊκή εποχή”, 39-48, στο Ελιά και Λάδι, Δ’ Τριήμερο Εργασίας, Καλαμάτα 7-9 Μαΐου 1993, Πολιτιστικό Τεχνολογικό Ίδρυμα ΕΤΒΑ, 1996.
Υπουργείο Οικονομίας και Οικονομικών Κοινοτικό Πλαίσιο Στήριξης ΕΠ Κοινωνία της Πληροφορίας Ευρωπαϊκή Επιτροπή
πηγή: www.tmth.edu.gr

Καιάδας - Ο μύθος της θανάτωσης βρεφών από τους Σπαρτιάτες


Ένας απ’ τους πιο ατιμωτικούς θανάτους κατά την αρ­χαιότητα, ήταν ο κατακρημνισμός σε βάρα­θρο. Εφαρμοζόταν στην Αθήνα, στην Κόρινθο, στους Δελφούς, στη Θεσσαλία κι αλλού και αφορούσε τους αιχμαλώτους, εγκληματίες, ιερόσυλους και προδότες. Εκτός από το αυτονόη­το μαρτύριο, η ποινή εμπεριείχε και με­ταφυσικές προεκτάσεις, καθώς το σώμα παρέμενε άταφο και η ψυχή αδυνατούσε να λυτρωθεί. «Κόρακες» ονομαζόταν ο τόπος τιμωρίας στη Θεσσαλία, «βάραθρο» ή «όρυγμα» στην Αθήνα, όπου πάντως μετά το 406 π.Χ. φαίνεται πως η τιμωρία παύει να εφαρμόζεται, «Καιάδας» στη Σπάρτη. Ο τελευταίος είναι και ο πιο διάσημος, καθώς είναι ευρέως διαδεδομένη σήμερα η φήμη, πως εκεί έριχναν οι Σπαρτιάτες, εκτός από αιχμαλώτους και κατάδικους, τα ανάπηρα και ασθενικά βρέφη ή παιδιά της Σπάρτης. Ο Καιάδας, που ο Στράβων τον αποκαλεί «δεσμωτήριον το παρά Λακεδαιμονίους σπήλαιο τι», ταυτίζεται σήμερα με το σπηλαιοβάραθρο του χωριού Τρύπη (10 χλμ. βορειοδυτικά της Σπάρτης), βάσει των περιγραφών του αρχαίου περιηγητή Παυσανία (τον αποκαλεί «απότομο και βαθύ βάραθρο»), του Πλούταρχου κ.ά., καθώς και του σύγχρονου Γάλλου περιηγητή O. Rayet, ο οποίος το επισκέφτηκε το 1879.

Κατά ιστορικές αναφορές, στον Καιάδα ρίχτηκαν από τους Σπαρτιάτες ο ήρωας του Β΄ Πελοποννησιακού πολέμου ο Αριστομένης ο Ανδανιεύς μαζί με 50 αιχμαλώτους Μεσσηνίους. Επίσης στον Καιάδα οι Σπαρτιάτες κατακρήμνισαν και το νεκρό σώμα του βασιλέως των Παυσανία που είχε καταδικαστεί σε θάνατο επί προδοσία. Οι αρχαίες αναφορές (Θουκ. 1.134, Παυσαν. 4.18, Στράβ. Η 376) καθιστούν σαφές ότι στον Καιάδα απορρίπτονταν «…οι επί μεγίστοις τιμωρούμενοι» και οι αιχμάλωτοι πολέμου.

Πως όμως διαμορφώθηκε ο μύθος περί κατακρήμνισης καχεκτικών παιδιών στον Καιάδα;

Εν αρχή ην ο Πλάτων, ο οποίος στην «Πολιτεία» του πρότεινε τη θανάτωση των ασθενικών βρεφών σε βάραθρο της κλασικής Αθήνας, αλλά ανεξήγητα το εφιαλτικό όνειρό του Πλάτωνα χρεώθηκε η Σπάρτη. Ο Καιάδας έχει -μάλλον κακώς- ταυτιστεί με τους, επίσης τρομερούς, «Αποθέτες». Τον τόπο δηλαδή που οι Σπαρτιάτες απέθεταν τα μη αρτιμελή βρέφη, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος και μόνον αυτός, στον βίο του Λυκούργου. Συγκεκριμένα ο αρχαίος ιστορικός γράφει ότι οι γονείς του κάθε νεογέννητου το έφερναν εμπρός σε μία επιτροπή γερόντων που το εξέταζαν. Εάν το έβρισκαν υγιές και αρτιμελές το παρέδιδαν στην πόλη να ανατραφεί, ενώ στην αντίθετη περίπτωση το «απέπεμπον εις τας λεγομένας Αποθέτας», έναν βαραθρώδη τόπο στον Ταΰγετο, έτσι ώστε το δύσμορφο βρέφος να πεθάνει μεν από βέβαιο φυσικό θάνατο, αλλά η πολιτεία να μη μιανθεί από την εκτέλεση του. Πάντως, ακόμη και έτσι, οι σύγχρονοι ερευνητές υποστηρίζουν ότι αυτή την τύχη είχαν μόνο τα παιδιά με βαριές δυσμορφίες και όχι ελαφρές αναπηρίες, αλλά και παιδιά από ανεπιθύμητες εγκυμοσύνες.

Πιθανότατα, οι αόριστες αναφορές για την εγκατάλειψη νεογνών στους «Αποθέτες» του Ταΰγετου, που συνδέονται συχνά με τον αρχαίο Καιάδα, συγχέονταν με τη γνωστή, σε όλη την αρχαιότητα, πρακτική της βρεφοκτονίας. Η πρακτική της βρεφοκτονίας, αποτελούσε έσχατο και επώδυνο μέσο οικογενειακού προγραμματισμού σε όλη τη διάρκεια της ανθρώπινης ιστορίας, από την απώτερη προϊστορία μέχρι τη σύγχρονη ιατρική επανάσταση και την εφαρμογή προηγμένων μεθόδων αντισύλληψης και αποφυγής ανεπιθύμητων κυήσεων. Η δε, έκθεση των παιδιών με κάποια γενετική δυσπλασία ή δυσμορφία αποτελούσε κοινή πρακτική και δεν παρατηρούνται διακρίσεις ή πολυνομία από πόλη σε πόλη και από εποχή σε εποχή. Όμως, ακόμη και η συνθήκη της ψυχικά επώδυνης βρεφοκτονίας, βρίσκεται σε πλήρη αντιπαράθεση με την αποτρόπαιη και αήθη παραβίαση της έμφυτης ανθρώπινης αίσθησης του φυσικού και νομικού δικαίου, που συνεπάγεται οποιαδήποτε αντίληψη εγκατάλειψης ανυπεράσπιστων και εν ζωή νεογνών, στις διαθέσεις επιθετικών καιρικών συνθηκών και άγριων ζώων. Συνεπώς, η άποψη αυτή φαίνεται να αποτελεί πάρεργο της ίδιας δυσφημιστικής παρερμηνείας του Καιάδα και της εγχώριας ιστορικής υποβάθμισης της αρχαίας Σπάρτης (με την ελληνική Εκκλησία να υποστηρίζει αυτόν τον μύθο, με ιδιαίτερο «ζήλο»).

Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο οι εκτελέσεις καταδίκων (ή αιχμαλώτων) γίνονταν πάντα τη νύχτα και πολλές ερμηνείες μπορούν να δοθούν πάνω σε αυτό, που αφορούν είτε σε κάποια τελετουργική πρακτική είτε σε ψυχολογικά αίτια ή στην επιθυμία να κρυφτεί από την κοινή θέα το επαίσχυντο τέλος ενός Σπαρτιάτη. Επιπλέον, οι εκτελέσεις γίνονταν στη φυλακή, προφανώς διά απαγχονισμού, τουλάχιστον έως την εποχή του Ηροδότου. Ο Καιάδας δεν αναφέρεται πουθενά ούτε κάποιο άλλο είδος κατακρημνισμού. Ίσως ο Καιάδας να χρησιμοποιούνταν ως ένα μέρος όπου ρίχνονταν τα σώματα μετά την εκτέλεση.

Η αλήθεια είναι, πάντως, πως έχουμε ελάχιστες μαρτυρίες για υποθέσεις ανθρωποκτονίας στη Σπάρτη και ακόμη λιγότερες για τις ποινές που επιβάλλονταν εκεί. Γενικότερα, στην αρχαιότητα οι αναφορές για τη θανάτωση βρεφών στον Καιάδα είναι εξαιρετικά περιορισμένες και χαρακτηρίζονται από ασάφεια και απροσδιοριστία, ενώ στη σύγχρονη εποχή αποκτούν μεγαλύτερη αποδοχή και διάδοση και μάλιστα σε συγγράμματα της στοιχειώδους εκπαίδευσης, παρά την παντελή έλλειψη τεκμηρίωσης και υποστήριξης της αινιγματικής μυθοπλασίας. Αντίθετα, στη διεθνή ιστοριογραφία οι σχετικές αναφορές αμφισβητούνται ή αγνοούνται παντελώς.

Ο θρύλος αυτός, φαίνεται να παίρνει σάρκα και οστά το 1904, όταν κατά την διεξαγωγή αρχαιολογικής έρευνας, τα αρχαιολογικά ευρήματα εντός του Καιάδα οδήγησαν την τότε ομάδα των ξένων αρχαιολόγων στη διαπίστωση, που έως σήμερα κακώς παραμένει, ότι οι αρχαίοι Σπαρτιάτες έριχναν στον γκρεμό τα ανάπηρα παιδιά, με το σκεπτικό ότι τους ήταν βάρος και άχρηστα για την κοινωνία τους. Η επιστημονική ομάδα βασίστηκε στο μικρό μέγεθος των οστών, που αποκάλυψε η αρχαιολογική έρευνα, τα οποία απεδόθησαν σε οστά μικρών παιδιών.

Το 1956, μισό αιώνα μετά, η μέθοδος του άνθρακος C14 αξιολόγησε τα συγκεκριμένα ευρήματα ως μη ανήκοντα σε παιδιά αλλά σε ενήλικους άνδρες και γυναίκες και μόνον σε ένα ποσοστό 15% ανήλικων. Άπαντες δε, είχαν κατάγματα. Κατά τη δεκαετία του 1980, αλλά και το 2003, πολλοί αρχαιολόγοι, σπηλαιολόγοι αλλά και ορειβάτες κατέβηκαν στον Καιάδα και έδωσαν διάφορα στοιχεία για τα ευρήματα που υπάρχουν στο εσωτερικό του. Επικρατεί, βέβαια, μια σύγχυση για το κατά πόσο έφτασαν στον «πάτο» του πηγαδιού. Άλλωστε, δεν γνωρίζουμε αν με τα χρόνια λόγω των σεισμών η δομή του Καιάδα έχει αλλάξει. Κατά τον Πλούταρχο (Κίμων 16.4) ο σεισμός τού 464 π.Χ. ήταν τρομακτικά ισχυρός: «Η χώρα των Λακεδαιμόνιων χάσμασιν ενώλισθε πολλοίς και των Ταϋγέτων τιναχθέντων κορυφαί τινές απερράγησαν» (άνοιξαν χάσματα και αποκόπηκαν βράχοι από τις κορφές τού Ταΰγετου). Είναι επομένως φυσικό να έπεσαν από τότε μεγάλοι βράχοι και στο εσωτερικό τού Καιάδα. Παρατηρήθηκε ότι και πάνω σε πεσμένους ογκολίθους υπήρχαν οστά ανθρώπινων σκελετών, πού ρίχτηκαν προφανώς από την άνω, αρχική είσοδο και μετά το 464 π.χ. Πάντως, το σίγουρο είναι ότι τα οστά που βρήκαν εκεί ανήκουν σε ενηλίκους, ηλικίας 18-35 ετών. Βρέθηκε μόνο ένας σκελετός παιδιού, όχι πολύ μικρής ηλικίας, το οποίο πιθανολογείται ότι έπεσε κατά λάθος μέσα στον Καιάδα. Μαζί με τα οστά βρέθηκαν αιχμές από βέλη και δόρατα, ενώ ένα θραύσμα κρανίου είχε καρφωμένη πάνω του την αιχμή ενός βέλους. Πολλοί κατέληξαν στο συμπέρασμα ότι τα περισσότερα από τα σώματα που ρίχτηκαν εκεί ήταν ήδη νεκρά. Βρέθηκαν, επίσης, λύχνοι και σιδερένιοι χαλκάδες-δεσμά.

Σε κάθε περίπτωση δεν διαπιστώθηκε η παρουσία σκελετικών ευρημάτων νεογέννητων ατόμων ή βρεφών, τα οποία αποτελούν το πιο αμφιλεγόμενο και αμφισβητούμενο στοιχείο της σχετικής ιστοριογραφίας που συνδέεται με το σπηλαιοβάραθρο του Καιάδα και την αρχαία Σπάρτη. Επίσης, δεν μπόρεσε να διαπιστωθεί μέχρι σήμερα, παρά τις επανειλημμένες έρευνες, η παρουσία σκελετικών ευρημάτων μικρών παιδιών, βιολογικής ηλικίας 1-4 ετών ή μεγαλύτερων παιδιών ηλικίας 5-10 ετών, στο χώρο του σπηλαιοβαράθρου. Όπως έχει, ήδη, αναφερθεί, τα περισσότερα από τα ανθρώπινα σκελετικά ευρήματα, που βρέθηκαν στο χώρο του σπηλαιοβαράθρου, ανήκουν σε άνδρες βιολογικής ηλικίας, μεταξύ 18 και 35 ετών. Μόνο δύο κρανία ενηλίκων ανδρών εμφανίζουν ενδείξεις πιθανής βιολογικής ηλικίας μεγαλύτερης των πενήντα ετών, ενώ βρέθηκαν λίγα σκελετικά ευρήματα δύο εφήβων, πιθανής ηλικίας 14-17 ετών, καθώς και τμήματα μετωπιαίου οστού και άνω γνάθου που πρέπει να ανήκουν σε ένα ακόμη νεαρό άτομο ηλικίας, περίπου, δώδεκα ετών. Αλλά και αυτή ακόμη η περίπτωση του νεαρότερου ατόμου δεν θα μπορούσε να θεωρηθεί τεκμήριο θανάτωσης βρεφών στον Καιάδα. Αντίθετα είναι γνωστή, ακόμη και από τη σύγχρονη ιστορική περίοδο, η συχνή εμπλοκή μεγαλύτερων παιδιών και εφήβων σε βίαιες αντιπαραθέσεις και πολεμικές συρράξεις.

Τα συμπεράσματα περί ευγονίας των Σπαρτιατών, στο πλαίσιο μιας στρατοκρατούμενης κοινωνίας, ο υπερβάλλων ρόλος των φυλετών στις οικογενειακές και ατομικές υποθέσεις, στο πλαίσιο του κοινοβιακού χαρακτήρα της σπαρτιατικής κοινωνίας, προέρχονται και αποτελούν αναπόσπαστα μέρη του σπαρτιατικού μύθου, του οποίου ένας από τους σημαντικότερους αρχιτέκτονες ήταν και ο Πλούταρχος. Συνεπώς, η ούτως ή άλλως αμφισβητήσιμη αναφορά στη σκόπιμη θανάτωση βρεφών στον Καιάδα, για λόγους ευγονικής, φαίνεται να κλονίζεται σοβαρά. Το παραμύθι περί «…ωραίων Σπαρτιατών, Καιάδα ανάπηρων τέκνων» άλλωστε δεν συμπορεύεται με τον ποιητή Τυρταίο (εκ γενετής τυφλόν), τον βασιλιά Αγησίλαο της Σπάρτης (εκ γενετής χωλόν) και πλείστους άλλους διακεκριμένους Σπαρτιάτες, οι οποίοι δεν ήταν αρτιμελείς, καθώς και από την επίσημη ιστορία. Χαρακτηριστικό είναι δε, πως όταν κάποτε ειρωνεύτηκαν έναν κουτσό Σπαρτιάτη που πήγαινε να πολεμήσει, αυτός απάντησε πως «ο πόλεμος χρειάζεται άτομα που μένουν στη θέση τους και όχι άτομα που το βάζουν στα πόδια», ενώ σε παρόμοια περίπτωση τυφλού Σπαρτιάτη, αυτός απάντησε πως «και τίποτα να μην κάνω, όλο και κάποια λεπίδα του εχθρού θα στομώσω με το σώμα μου».

Αποθετήριο αναπήρων τέκνων πρωτολειτούργησε επί Βυζαντίου (τα ανάπηρα τέκνα τα απέθεταν στα «άντρα», τα οποία ήταν σπηλιές), προηγήθηκε όμως η απόθεση τέκνων υγιών και μη υγιών από τους Ρωμαίους κατά την τελευταία περίοδο της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας γνωστή και ως πτώση της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας για άλλους λόγους (κοινωνικούς κατ’ εξοχήν).



Ο Θεόδωρος Πίτσος, Καθηγητής Φυσικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, εξηγεί πως μετά από έρευνες αποδείχτηκε πως ποτέ οι Αρχαίοι Σπαρτιάτες δεν πέταγαν τα παιδιά τους στον Καιάδα σε αντίθεση με το ελληνικό κράτος που για δεκαετίας μέσω της εκπαίδευσης υποστηρίζουν το αντίθετο.




πηγή
 
Copyright © 2010-2013. Ελληνικό Αρχείο - All Rights Reserved | Designed by Graphopoly Designs