Τα γεγονότα που διαδραματίστηκαν κατα την ναυμαχία της Σαλαμίνας, σύμφωνα με τον Διόδωρο το Σικελιώτη
Καταστροφή των γύρω περιοχών - Συζήτηση για τη θέση άμυνας
14. Ενώ συνέβαιναν αυτά, ο Ξέρξης, έχοντας πάρει τον στρατό από τις Θερμοπύλες, προχώρησε μέσα από την περιοχή των Φωκέων, κατακτώντας τις πόλεις και καταστρέφοντας τις περιουσίες στην ύπαιθρο. Οι Φωκείς, που είχαν επιλέξει την πλευρά των Ελλήνων, βλέποντας ότι οι ίδιοι δεν ήταν αξιόμαχοι, εγκατέλειψαν όλες τους τις πόλεις πανδημεί και κατέφυγαν στις δύσβατες περιοχές του Παρνασσού. Στη συνέχεια, ο βασιλιάς πέρασε μέσα από την περιοχή των Δωριέων, χωρίς να πειράξει κανένα, γιατί οι Δωριείς είχαν συμμαχήσει με τους Πέρσες. Εκεί, άφησε μέρος της δύναμής του, το οποίο πρόσταξε να πάει στους Δελφούς, να κάψει το τέμενος του Απόλλωνα και να συλήσει τα αναθήματα, ενώ ο ίδιος μαζί με τους υπόλοιπους βαρβάρους προχώρησε μέχρι τη Βοιωτία όπου και στρατοπέδευσε. Εκείνοι που είχαν σταλεί να συλήσουν το μαντείο, προχώρησαν μεν μέχρι το ναό της Προναίας Αθηνάς, αλλά εκεί, κατά παράδοξο τρόπο, άρχισε να πέφτει δυνατή βροχή και πολλοί κεραυνοί από τον ουρανό και, επιπλέον, η καταιγίδα ξεκόλλησε και έριξε στο στρατόπεδο των βαρβάρων μεγάλα βράχια, με αποτέλεσμα να σκοτωθεί μεγάλος αριθμός Περσών, οπότε όλοι, κατατρομαγμένοι από την ενέργεια των θεών, έφυγαν άρον άρον από την περιοχή. Έτσι, το μαντείο των Δελφών, με τη φροντίδα κάποιας θεϊκής δύναμης, διέφυγε τη σύληση. Οι Δελφοί, θέλοντας να αφήσουν στους μεταγενέστερους αθάνατη υπόμνηση της εμφάνισης των θεών, έστησαν τρόπαιο πλάι στο ιερό της Προναίας Αθηνάς, στο οποίο χάραξαν το ακόλουθο ελεγειακό ποίημα:
Μνήμη του πολέμου που προφυλάσσει τους άντρες και μάρτυρα της νίκης,
οι Δελφοί με έστησαν, ευχαριστώντας το Δία
και το Φοίβο που απώθησαν τις γραμμές των Μήδων
και προφύλαξαν το χαλκοστεφανωμένο τέμενος.
Στο μεταξύ, ο Ξέρξης περνώντας μέσα από τη Βοιωτία κατέστρεψε εντελώς την περιοχή των Θεσπιέων και τις Πλαταιές, που ήταν έρημες, τις πυρπόλησε. Γιατί οι κάτοικοι εκείνων των πόλεων είχαν φύγει όλοι για την Πελοπόννησο. Μετά από αυτά, εισέβαλαν στην Αττική, όπου ερήμωσαν την ύπαιθρο, ενώ την Αθήνα την ισοπέδωσαν και πυρπόλησαν τους ναούς των θεών. Ενώ ο βασιλιάς ήταν απασχολημένος με αυτά, κατέπλευσε ο στόλος από την Εύβοια στην Αττική, έχοντας λεηλατήσει τόσο την Εύβοια όσο και τα παράλια της Αττικής.
15. [...] Οι Αθηναίοι που βρίσκονταν στη Σαλαμίνα, βλέποντας την Αττική να καίγεται και μαθαίνοντας ότι το τέμενος της Αθηνάς είχε ισοπεδωθεί, αποθαρρύνθηκαν εντελώς. Κατά τον ίδιο τρόπο και οι υπόλοιποι Έλληνες, που είχαν συγκεντρωθεί από κάθε γωνιά μόνο στην Πελοπόννησο, είχαν καταληφθεί από μεγάλο φόβο. Θεώρησαν λοιπόν καλό να συνεδριάσουν όλοι όσοι ήταν επιφορτισμένοι με τη διοίκηση και να αποφασίσουν σε ποιους τόπους συνέφερε να κάνουν τη ναυμαχία. Ειπώθηκαν πολλές και ποικίλες ιδέες, και οι Πελοποννήσιοι, φροντίζοντας για τη δική τους μόνο ασφάλεια, ισχυρίζονταν ότι ο αγώνας έπρεπε να δοθεί στην περιοχή του Ισθμού, γιατί, επειδή είχε ισχυρό τείχος, αν κάτι δεν πήγαινε καλά στη ναυμαχία, οι ηττημένοι θα μπορούσαν να καταφύγουν αμέσως σε ασφαλές μέρος στην Πελοπόννησο, ενώ αν κλείνονταν όλοι μαζί στο μικρό νησί της Σαλαμίνας, θα περιέπιπταν σε δεινά από τα οποία δύσκολα θα γλίτωναν. Ο Θεμιστοκλής όμως συμβούλεψε να δοθεί στη Σαλαμίνα η μάχη των πλοίων, γιατί θα είχαν μεγάλο πλεονέκτημα εκείνοι που θα αγωνίζονταν με λίγα πλοία εναντίον πολύ περισσότερων στα στενά. Γενικά, απέδειξε ότι η υπεροχή του Ισθμού ήταν εντελώς ακατάλληλη για τη ναυμαχία, γιατί ο αγώνας θα δινόταν σε ανοιχτό πέλαγος και οι Πέρσες, λόγω της ευρυχωρίας, θα καταπονούσαν εύκολα τα λίγα πλοία με τα πολύ περισσότερα δικά τους. Με πολλά άλλα παρόμοια επιχειρήματα που ταίριαζαν στην περίσταση, τους έπεισε όλους να ψηφίσουν υπέρ του δικού του σχεδίου.
Οι συζητήσεις
16. Όταν τελικά λήφθηκε η κοινή απόφαση να γίνει η ναυμαχία στη Σαλαμίνα, οι Έλληνες άρχισαν τις προετοιμασίες για την αντιμετώπιση των Περσών και των κινδύνων. Ο Ευρυβιάδης, λοιπόν, συνοδευόμενος από τον Θεμιστοκλή, ανέλαβε να παρακινήσει τα πληρώματα και να τα προτρέψει να αντιμετωπίσουν τον επερχόμενο κίνδυνο. Ωστόσο, οι άντρες δεν υπάκουγαν και, επειδή ήταν όλοι κατατρομαγμένοι από το μέγεθος των Περσικών δυνάμεων, δεν έδιναν σημασία στους αρχηγούς, αλλά καθένας έσπευδε να αποπλεύσει από τη Σαλαμίνα για την Πελοπόννησο. Αλλά και το πεζικό των Ελλήνων δε φοβόταν λιγότερο τις δυνάμεις των εχθρών, καθώς τους τρόμαζε η απώλεια των πιο αξιόλογων ανδρών στις Θερμοπύλες, και ταυτόχρονα οι καταστροφές στην Αττική που βρίσκονταν μπροστά στα μάτια τους προκαλούσαν μεγάλη λιποψυχία στους Έλληνες. Τα μέλη του συνεδρίου των Ελλήνων, βλέποντας την ταραχή των μαζών και το γενικό φόβο, ψήφισαν να χτιστεί τείχος κατά μήκος του Ισθμού. Τα έργα συντελέστηκαν με ταχύτητα λόγω του ζήλου και του πλήθους των εργαζομένων. Οι Πελοποννήσιοι ισχυροποιούσαν το τείχος, που εκτεινόταν επί σαράντα στάδια, από Λέχαιο μέχρι τις Κεγχρεές, ενώ εκείνοι του βρίσκονταν στη Σαλαμίνα, μαζί με όλο το στόλο, ήταν τόσο φοβισμένοι που δεν πειθαρχούσαν πια στους αρχηγούς τους.
17. Ο Θεμιστοκλής, βλέποντας το ναύαρχο Ευρυβιάδη να μην μπορεί να καταβάλει την ορμή του πλήθους αλλά βλέποντας επίσης ότι τα στενά της Σαλαμίνας μπορούσαν να συμβάλουν κατά πολύ στη νίκη, μηχανεύτηκε το εξής. Έπεισε κάποιον να αυτομολήσει προς τον Ξέρξη και να τον διαβεβαιώσει ότι τα πλοία επρόκειτο να φύγουν κρυφά από εκείνη την περιοχή και να συγκεντρωθούν στον Ισθμό. Έτσι ο βασιλιάς, που πίστεψε αυτά που του ανακοινώθηκαν, επειδή έμοιαζαν πιθανά, βιάστηκε να εμποδίσει τις ναυτικές δυνάμεις των Ελλήνων να πλησιάσουν τις δυνάμεις του πεζικού. Έστειλε λοιπόν αμέσως το ναυτικό των Αιγυπτίων, προστάζοντάς τους να φράξουν το πέρασμα ανάμεσα στη Σαλαμίνα και στην περιοχή της Μεγαρίδας. Το υπόλοιπο πλήθος των πλοίων το έστειλε στη Σαλαμίνα, δίνοντας εντολή να προκαλέσουν τους εχθρούς και να κριθεί ο αγώνας με ναυμαχία. Οι τριήρεις ήταν διατεταγμένες κατά σειρά εθνών, ώστε λόγω της ίδιας γλώσσας και της γνωριμίας μεταξύ τους να βοηθούν με προθυμία ο ένας τον άλλον. Όταν ο στόλος παρατάχθηκε με αυτό τον τρόπο, το δεξιό κέρας το κατείχαν οι Φοίνικες ενώ το αριστερό οι Έλληνες που ήταν με το μέρος των Περσών. Οι αρχηγοί των Ιώνων έστειλαν ένα άντρα από τη Σάμο στους Έλληνες για να τους πληροφορήσει λεπτομερώς για τα όσα είχε αποφασίσει να κάνει ο βασιλιάς και, για τη διάταξη των δυνάμεων, καθώς επίσης και για το ότι κατά τη διάρκεια της μάχης θα αποστατούσαν από τους βαρβάρους. Όταν ο Σάμιος, αφού ήρθε κρυφά κολυμπώντας, πληροφόρησε τον Ευρυβιάδη σχετικά με τούτο, ο Θεμιστοκλής, διαπιστώνοντας ότι το στρατήγημά του εξελισσόταν όπως είχε κατά νου, ήταν περιχαρής και παρακινούσε τα πληρώματα στον αγώνα. Ο Έλληνες, παίρνοντας θάρρος από την υπόσχεση των Ιώνων, καθόσον και η περίσταση τους ανάγκαζε να ναυμαχήσουν έστω και παρά τη δική τους θέληση, κατέβηκαν όλοι μαζί με προθυμία από τη Σαλαμίνα για τη ναυμαχία.
Η ναυμαχία
18. Τέλος, όταν οι άνδρες του Ευρυβιάδη και του Θεμιστοκλή παρέταξαν τις δυνάμεις τους, το αριστερό μέρος κατείχαν Αθηναίοι και Λακεδαιμόνιοι, απέναντι από πλοία των Φοινίκων, γιατί οι Φοίνικες είχαν μεγάλη υπεροχή τόσο από τον μεγάλο αριθμό πλοίων όσο και από την πείρα που είχαν από τους προγόνους τους στα ναυτικά έργα. Οι Αιγινήτες και οι Μεγαρείς καταλάμβαναν το δεξιό κέρας, γιατί αυτοί θεωρούνταν σι καλύτεροι ναυτικοί μετά τους Αθηναίους και ότι θα φιλοτιμούνταν περισσότερο από όλους, επειδή ήταν οι μόνοι από τους Έλληνες που δεν θα είχαν κανένα καταφύγιο αν κάτι πήγαινε στραβά στη ναυμαχία. Το μέσον το καταλάμβανε το υπόλοιπο πλήθος των Ελλήνων. Μ’ αυτή τη σύνταξη λοιπόν σάλπαραν και κατέλαβαν το στενό πέρασμα ανάμεσα στη Σαλαμίνα και το Ηρακλείο. Ο βασιλιάς πρόσταξε το ναύαρχο να πλεύσει εναντίον των εχθρών, ενώ ο ίδιος πέρασε απέναντι από τη Σαλαμίνα, σ' ένα σημείο από όπου θα μπορούσε να παρακολουθεί την πορεία της ναυμαχίας. Οι Πέρσες, στην αρχή της πλεύσης τους, διατηρούσαν τον σχηματισμό τους, καθώς είχαν πολλή ευρυχωρία. Μόλις όμως έφτασαν στο στενό, αναγκάστηκαν να αποσπάσουν μερικά πλοία από τον σχηματισμό, κάνοντας μεγάλη φασαρία. Ο ναύαρχος, που προηγούνταν του σχηματισμού και ήταν ο πρώτος που συνήψε μάχη, σκοτώθηκε έχοντας αγωνιστεί λαμπρά. Όταν βυθίστηκε το πλοίο του, το ναυτικό των βαρβάρων καταλήφθηκε από σύγχυση, γιατί προστάζοντες ήταν τώρα πολλοί και δεν έδιναν όλοι τις ίδιες διαταγές. Γι’ αυτό σταμάτησαν την προς τα μπρος πορεία κι έκοψαν ταχύτητα για να επιστρέψουν στην ευρυχωρία. Οι Αθηναίοι, βλέποντας τη σύγχυση των βαρβάρων, τους ακολουθούσαν κι άλλα πλοία τα χτυπούσαν με τα έμβολα ενώ από άλλα παρέσυραν τις σειρές των κουπιών. Καθώς οι κωπηλάτες δεν μπορούσαν να κάνουν τη δουλειά τους, πολλές από τις τριήρεις των Περσών γύρισαν στο πλάι και εμβολίζονταν απανωτά. Γι’ αυτό έπαψαν να οπισθοχωρούν απλώς και, κάνοντας στροφή, τράπηκαν σε φυγή πλέοντας μ’ όλη τους την ταχύτητα.
19. Όταν τα φοινικικά και κυπριακά πλοία νικήθηκαν από τους Αθηναίους, τα πλοία των Κιλίκων και των Παμφύλων, καθώς επίσης και των Λυκίων, που βρίσκονταν αμέσως μετά από τα πρώτα στη σειρά, αρχικά αντιστέκονταν ρωμαλέα, αλλά μόλις είδαν τα πιο ισχυρά πλοία να έχουν τραπεί σε φυγή, εγκατέλειψαν κι αυτά τη μάχη. Στο άλλο κέρας, δόθηκε ισχυρή ναυμαχία και για κάποιο χρονικό διάστημα η μάχη ήταν ισόρροπη. Μόλις όμως οι Αθηναίοι, αφού είχαν καταδιώξει τους Φοίνικες και τους Κύπριους μέχρι την ξηρά, επέστρεψαν, οι βάρβαροι εξαναγκάστηκαν από αυτούς να κάνουν στροφή και έχασαν πολλά πλοία. Μ’ αυτό λοιπόν τον τρόπο επικράτησαν οι Έλληνες νικώντας τους βαρβάρους σε περίλαμπρη ναυμαχία. Κατά τη μάχη, καταστράφηκαν σαράντα πλοία των Ελλήνων, ενώ των Περσών περισσότερα από διακόσια, χωρίς να υπολογίσουμε εκείνα που αιχμαλωτίστηκαν αύτανδρα. Ο βασιλιάς, που είχε αναπάντεχα ηττηθεί, εκτέλεσε τους Φοίνικες, όσους ήταν οι κυρίως υπεύθυνοι για την αρχή της φυγής, και απείλησε να επιβάλει και στους υπόλοιπους την προσήκουσα τιμωρία. Οι Φοίνικες, φοβισμένοι από τις απειλές, αρχικά κατέπλευσαν στην Αττική και όταν νύχτωσε, άνοιξαν πανιά για την Ασία. Ο Θεμιστοκλής τώρα, που θεωρήθηκε ο αίτιος της νίκης, επινόησε άλλο, όχι κατώτερο στρατήγημα από αυτό που περιγράψαμε. Γιατί, επειδή οι Έλληνες φοβούνταν να αγωνιστούν στην ξηρά εναντίον τόσων πολλών μυριάδων, μείωσε δραστικά τις χερσαίες δυνάμεις των Περσών με τον εξής τρόπο: έστειλε τον παιδαγωγό των ίδιων του των γιων στον Ξέρξη για να τον πληροφορήσει ότι οι Έλληνες σκοπεύουν να πλεύσουν στο ζεύγμα που είχε σχηματίσει με τα πλοία και να το καταστρέψουν. Γι’ αυτό τον λόγο ο βασιλιάς, που πίστεψε τα λόγια του επειδή του φάνηκαν πιθανά, τρόμαξε μήπως στερηθεί τη δυνατότητα επανόδου στην Ασία, αφού οι Έλληνες ήλεγχαν τη θάλασσα, και αποφάσισε να περάσει όσο πιο γρήγορα γινόταν από την Ευρώπη στην Ασία, αφήνοντας τον Μαρδόνιο στην Ελλάδα μαζί με τους άριστους ιππείς και πεζούς, των οποίων ο συνολικός αριθμός δεν ήταν μικρότερος από τετρακόσιες χιλιάδες. Ο Θεμιστοκλής, λοιπόν, με δυο στρατηγήματα έγινε αίτιος μεγάλων πλεονεκτημάτων για τους Έλληνες. Αυτά ήταν, λοιπόν, τα όσα έγιναν στην Ελλάδα.
Βίντεο-χάρτης με την κίνηση τον πλοίων στην ναυμαχία
Ο περσικός στόλος (κίτρινα) κατά τη διάρκεια της νύκτας μπήκε στο στενό και το πρωί παρατάχτηκε για επίθεση. Το ίδιο είχε κάνει και ο ελληνικός (άσπρο). Στα δεξιά παρατάχτηκαν τα 16 πλοία των Σπαρτιατών με τον Ευρυβιάδη απέναντι από τα Ιωνικά. Δίπλα στους Σπαρτιάτες τοποθετήθηκαν τα 30 πλοία των Αιγινητών. Στα αριστερά παρατάχτηκαν οι Αθηναίοι με τις 180 τριήρεις.
Με το ξεκίνημα της επίθεσης και ενώ οι δυο στόλοι κινούνται ο ένας εναντίον του άλλου, τα ελληνικά πλοία, για να μη συναντήσουν τα περσικά στο μέσο του στενού, αλλά και για να περιμένουν το αεράκι που θα ταλαιπωρούσε τον εχθρό, ανακόπτουν και πλέουν προς τα πίσω, κάνοντας ανάποδα κουπί.
Κατά τη σύγκρουση οι Σπαρτιάτες και οι Αιγινήτες δέχτηκαν την ισχυρή πίεση των Ιώνων. Οι Αθηναίοι κατάφεραν να αντιμετωπίσουν με επιτυχία τα φοινικικά και να πραγματοποιήσουν τον επιθετικό ελιγμό που υπολόγιζε ο Θεμιστοκλής χτυπώντας τα αντίπαλα πλοία από τα πλάγια και αφού τους αναγκάσουν να υποχωρήσουν να τους χτυπούν από πίσω.
Διόδωρου Σικελιώτη, Βιβλιοθήκης Ιστορικής Βίβλος Ενδεκάτη
0 Σχόλια:
Σας παρακαλούμε πολύ να γράφετε με Ελληνικούς χαρακτήρες και οι σχολιασμοί σας να μη ξεφεύγουν απο τα όρια της ευπρέπειας. Σχόλια
τα οποία περιέχουν ύβρεις, θα αποκλείονται. Ευχαριστούμε.